Σάββατο 28 Νοεμβρίου 2009

3η Πανελλαδική Σύσκεψη ΣΥΡΙΖΑ

Η ομιλία του Αλέξη Τσίπρα

Του ανταποκριτού μας: Ξεκίνησαν χθες οι εργασίες της 4ης Πανελλήνιας Σύσκεψης του ΣΥΡΙΖΑ στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας του Νέου Φαλήρου με κύριο, αν όχι αποκλειστικό θέμα τα οργανωτικά ζητήματα. Η προσέλευση του κόσμου ήταν ικανοποιητική, ίσως και μεγαλύτερη απ’ ό,τι ανέμεναν οι διοργανωτές. Το κλίμα όμως ελάχιστα θύμιζε τον ενθουσιασμό που επικρατούσε στην ίδια αίθουσα κατά τη διάρκεια της 1ης Πανελλήνιας Σύσκεψης τον Μάρτιο του 2008.

Όπως ήταν φυσικό, παρά το γεγονός ότι ο ΣΥΝ έχει εκφράσει την άποψή του για μία «χαλαρή» οργανωτική δομή σε αντίθεση με τις περισσότερες συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ και τη συντριπτική πλειοψηφία των ανέντακτων που είναι υπέρ της πλήρους δημοκρατικής συγκρότησής του, η ομιλία του Αλέξη Τσίπρα αναμενόταν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Ο Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ ανέβηκε στο βήμα λίγο μετά τις 7 το απόγευμα. Από την ομιλία του ξεχωρίσαμε τα εξής κύρια σημεία σχετικά με οργανωτικό:

1. Το κάλεσμα για στροφή στην κοινωνική δράση και εγκατάλειψη της εσωστρέφειας που δεν ενδιαφέρει την κοινωνική Αριστερά και η οποία «μας έχει ξεπεράσει».

2. Την επισήμανσή του ότι οι εχθροί της Αριστεράς δεν βρίσκονται στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ αλλά στις αντίπαλες δυνάμεις που πολεμούν την Αριστερά, σαφής αιχμή κατά των απόψεων του Αλέκου Αλαβάνου περί «εσωτερικών εχθρών» που καμιά φορά βρίσκονται μέσα στους κόλπους της Αριστεράς, όπως τις εξέφρασε κατά την παρουσίαση του βιβλίου της Νάντιας Βαλαβάνη προ ημερών.

3. Την απόδοση των διαφωνιών που υπάρχουν για τον τρόπο της οργανωτικής συγκρότησης, ζήτημα βαθιά πολιτικό όπως παραδέχθηκε, σε «παλιές διαιρέσεις» με ταυτόχρονη αποκήρυξη των διχαστικών στάσεων («όχι στις ρήξεις και στις διασπάσεις»).

4. Την αναγόρευση σε πρωτεύον θέμα το ζήτημα της ανασύνθεσης της Αριστεράς και όχι απλά το «ζήτημα των μελών».

5. Την προτροπή του «να ανοίξουμε τη συζήτηση για τα πολιτικά ζητήματα» έτσι ώστε «να ξεκαθαρίσουμε την πολιτική μας φυσιογνωμία». Δεν δίστασε μάλιστα να κάνει λόγο για «έλλειμμα πολιτικής».

6. Την υπενθύμιση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι μια πολιτική συμμαχία που «δεν μπορεί να αγνοεί την αυτονομία των οργανώσεών του [που τον αποτελούν]».

7. Το μη αποκλεισμό του ενδεχομένου ο ΣΥΡΙΖΑ να μετατραπεί (κάποτε και όχι τώρα, σύμφωνα με το έμμεσο, πλην σαφές πνεύμα της ομιλίας του) σε «πολυτασικό φορέα» που θα βασίζεται όμως σε «μια κοινή πολιτική αρχών και αξιών».

Ο Αλέξης Τσίπρας, που δεν παρέλειψε να ασκήσει κριτική στην Κυβέρνηση αναφερόμενος κυρίως στο ασφαλιστικό όπως επίσης και να καταγγείλει τη στάση της εργοδοσίας απέναντι στους εργαζόμενους θυμίζοντας και την περίπτωση Κούνεβα, χειροκροτήθηκε θερμά, αλλά από ένα (το μεγαλύτερο) μέρος του κοινού. Στα «πηγαδάκια» πάντως των υπέρμαχων της συγκρότησης του ΣΥΡΙΖΑ σε ολοκληρωμένη δημοκρατική βάση κυριάρχησε η απογοήτευση, ακόμα και ο εκνευρισμός, μετά την ομιλία του. Ορισμένοι έκαναν λόγο ακόμα και για υποτίμηση της νοημοσύνης του κόσμου του ΣΥΡΙΖΑ. Πώς είναι δυνατόν, έλεγαν, από τη μια να καταδικάζει την εσωστρέφεια της συζήτησης για τα οργανωτικά κι από την άλλη να καλεί σε συζήτηση για τα πολιτικά ζητήματα που αποτελούν αντικείμενο διαφωνιών; Ή, πώς να ερμηνεύσουμε το γεγονός ότι, ενώ και η τελευταία συλλογικότητα ξεκινάει από την αναγνώριση και τον ορισμό της έννοιας του μέλους, ο Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας το θεωρεί δευτερεύον ζήτημα;

Τέλος, για τη σημειολογία του πράγματος και ανεξάρτητα από τις ερμηνείες που μπορούν να δοθούν, αξίζει να σημειωθεί ότι ο Αλέξης Τσίπρας δεν αναφέρθηκε ούτε μία φορά στον όρο «ανανεωτική αριστερά».

Η Σύσκεψη συνεχίζεται σήμερα και θα ολοκληρωθεί αργά το απόγευμα. Η ομιλία του Αλέκου Αλαβάνου αναμένεται με μεγάλο ενδιαφέρον μετά το μεσημέρι.

Πέμπτη 26 Νοεμβρίου 2009

Όταν οι Κυρίαρχοι γίνονται «Πατριώτες»

Πολύ διασκεδάσαμε με το σημερινό πρωτοσέλιδο των «Νέων». Η ίδια αυτή εφημερίδα, που πρώτη μεταξύ των πρώτων μας πιπιλίζει το μυαλό επί δεκαετίες για την Ευρώπη (εννοούν φυσικά την Ευρωπαϊκή ένωση…) έξω από την οποία «δεν έχουμε ζωή», για το Σύμφωνο Σταθερότητας που «αν δεν υπήρχε θα έπρεπε να το εφεύρουμε», ή για την ανάγκη «να επιταχυνθούν τα βήματα προς την Ευρωπαϊκή ενοποίηση», ντύθηκε πρωί-πρωί τα γαλανόλευκα και μας μιλάει για «ευρω-τραπεζίτες»! Κάτι τρέχει εδώ, αλλά τι;

Κάτι τρέχει στα γύφτικα, να τι! Λες και είναι η πρώτη φορά που οι κυρίαρχοι αλλάζουν κουστούμι κατά τα καλά και συμφέροντά τους! Όταν τα πράγματα (που διαχειρίζονται αυτοί!) χειροτερεύουν τόσο πολύ που ακόμα κι η κουτσή Μαρία θα αρχίσει να σκέπτεται, αν καλώς αυτή και μόνο αυτή καλείται να «πληρώσει το μάρμαρο», όταν το χρηματιστήριο κατρακυλά εκτός ελέγχου, όταν, κοντολογίς, χάνει πανηγυρικά στο παιχνίδι των ανταγωνισμών εντός του διεθνούς πεδίου, τι καλύτερο υπάρχει από το να ζωστεί «τα άρματα του Εθνικού Αγώνα»;

Αυτά βλέπουν κάποιες μερίδες και τμήματα της Αριστεράς και παίρνουν θάρρος: «Το είδατε που τα λέγαμε εμείς; Ο πατριωτισμός είναι το προσωπείο του Ιμπεριαλισμού!».

Έτσι συνεχίζουν με μεγαλύτερη ορμή τον ίδιο χορό.

Το χορό του Ζαλόγγου!...


Δευτέρα 23 Νοεμβρίου 2009

Ελλάς-Ουκρανία-Τρο-μο-κρα-τία!

Το ακούσαμε πριν από λίγο στις ειδήσεις και μείναμε εμβρόντητοι. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, κατά την επίσκεψη των παικτών και του προπονητικού team της Ελληνικής αντιπροσωπευτικής ομάδας ποδοσφαίρου στο Προεδρικό μέγαρο, φέρεται να τους είπε μαζί με τα συγχαρητήριά του για την πρόκριση στο Μουντιάλ της Ν. Αφρικής το καλοκαίρι -και μεταξύ κουλουρακίων και πορτοκαλάδας, υποθέτουμε, το εξής:

«[…] τρομοκρατήσατε τους Ουκρανούς»!

Ώστε έτσι Κε Πρόεδρε; Παίξαμε ένα παιχνίδι ποδοσφαίρου στο οποίο όχι μόνο νικήσαμε -με το ελάχιστο δυνατό σκορ σημειωτέον, αλλά και «τρομοκρατήσαμε» τους αντιπάλους;

Όπως λένε οι παιχνιδοφυλλάδες (όχι ασφαλώς ο «αθλητικός τύπος») «τους πατήσαμε»; «Τους ταπεινώσαμε»; «Τους πήραμε τα σώβρακα»; Τους δείξαμε «πόσο βαριά είναι η πούτσα του τσολιά»;

Ασφαλώς όχι Κε Πρόεδρε, ασφαλώς όχι! Εσείς είστε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, δεν είστε του επιπέδου των παιχνιδοφυλλάδων ή του Χελάκη και του Σωτηρακόπουλου.

Δεν σας περνάει όμως από το μυαλό ότι, όταν βαφτίζετε, μεταφορικά μιλώντας βεβαίως-βεβαίως, μία απλή νίκη στο αγαπημένο (μας) παιχνίδι, «τρομοκρατική πράξη», δεν σας περνάει από το μυαλό ότι αυτή η μεταφορά σας, από μεταφορά σε μεταφορά, θα καταλήξει -ενδεχομένως- σε σκέψεις και συναισθήματα Εθνικής υπερηφάνειας τύπου «δεν θα γίνεις Έλληνας ποτέ, Ουκρανέ, Ουκρανέ»;

Αχ Κε Πρόεδρε, αχ και πάλι αχ…


ΥΓ Είμαστε πολύ περίεργοι πάντως, πόσοι από τους «συνεπείς αριστερούς» (διανοούμενους, «διανοούμενους», ή τίποτα από τα δύο) που κατακεραύνωναν τους υποτελείς Έλληνες, επειδή πανηγύριζαν για την κατάκτηση του Κυπέλλου Ευρώπης του 2004 και στηλίτευαν όσους φώναζαν στις Ομόνοιες παρεμφερή συνθήματα, θα σημειώσουν την Προεδρική ατάκα και θα τη σχολιάσουν όπως της αξίζει. Για να είμαστε όμως ειλικρινείς, η μεγάλη μας περιέργεια δεν συνοδεύεται κι από αντίστοιχες ελπίδες…



Η φωτογραφία είναι από το www.antinews.gr

Παρασκευή 20 Νοεμβρίου 2009

Kalooo Taxiiidi!

Όπως ήδη έχει πληροφορηθεί με συγκίνηση το πανελλήνιον, η Μαρία Δαμανάκη, πήρε το χρίσμα από τον Γιώργο Παπανδρέου να είναι η Επίτροπος της χώρας στην Κομισιόν της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Αφού «επαναστατικοποίησε» το ΠΑΣΟΚ, η Μαρία του Πολυτεχνείου (πού είσαι νιότη κλπ., κλπ.) παίρνει «Κόκκινο Φύλλο Πορείας» για να προετοιμάσει την «Επανάσταση» σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.

Το blog της εύχεται ολόψυχα Καλό ταξίδι, σίγουρο ότι η Μαρία θα μεταλαμπαδεύσει τη Φλόγα της Επανάστασης στους ρεφορμιστές των Βρυξελλών. Είναι αλήθεια ότι αφήνει δυσαναπλήρωτο κενό. Έχουμε όμως τη βεβαιότητα ότι ο σύντροφος Μίμης θα το καλύψει με τη δοκιμασμένη του επάρκεια.

Μαρία, στο καλό. Για την Επανάσταση, για τη Νίκη!

Να μας γράφεις (τηρώντας όλους τους συνωμοτικούς κανόνες βέβαια).

Κι όταν είναι να ξεσπάσει η Επανάσταση και στην Ευρώπη, σφύρα!

Κλέφτικα! ;-)



Η φωτογραφία είναι από το www.inout.gr.

Πέμπτη 19 Νοεμβρίου 2009

A crack in the (Neo)Liberal Wall!

Σε άρθρο βιβλιοπαρουσίασης (και όχι ασφαλώς βιβλιοκριτικής) του βιβλίου του Bernard Poulet «Το Τέλος των εφημερίδων και το μέλλον της ενημέρωσης» στο σημερινό «Lifo», ο Πάσχος Μανδραβέλης, ακλόνητος στυλοβάτης και φλογερός κήρυκας του (οικονομικού) Φιλελευθερισμού, γράφει ανάμεσα στα άλλα και μια μικρή φρασούλα:

«Το πρόβλημα του Τύπου στην Ελλάδα, στη Γαλλία αλλά και στις ΗΠΑ είναι κοινό. Ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής δεν μπορεί να εφαρμοστεί στα προϊόντα του πνεύματος».

Όπα! Τι γίνεται εδώ;

Χτυπήθηκε ο αγαπητός Πάσχος από τον Η1Ν1 και εμφάνισε νέο σύμπτωμα;

Προσχώρησε κι αυτός στην «κυβερνώσα Αριστερά»;

Ή μήπως η φράση αυτή είναι το αποτέλεσμα της θετικής επιρροής που άσκησε στη σκέψη του η αναδημοσίευση άρθρου του από το site της «Αυγής» (χωρίς σχολιασμό), όπως πήρε το μάτι μας τις προάλλες;

Ό,τι και να συμβαίνει, τις καλύτερές μας ευχές στον πάσχοντα Πάσχο! (Στην «Αυγή» θα τις στείλουμε μαζί με μία ανθοδέσμη από κόκκινα τριαντάφυλλα…).



Η φωτογραφία είναι από το flicr

Τρίτη 17 Νοεμβρίου 2009

Ζει το Πολυτεχνείο;

Κάθε χρόνο τέτοιες μέρες ένα σημαντικό μέρος των αρθρογράφων (επαγγελματιών και ερασιτεχνών, για να συνδεθούμε κάπως και με τα «προηγούμενα»…), αναλώνεται σε ερωτήματα του τύπου:

Μα έχει νόημα πια ο εορτασμός; Μα δεν είναι αναχρονισμός; Μα υπάρχουν σήμερα άνθρωποι χωρίς ψωμί; Μα δεν έχουμε ελευθερία; Μα, έστω και ακριβοπληρώνοντας (αυτό το ψιθυρίζουν περισσότερο, παρά το λένε φωναχτά…) όποιος θέλει να αποκτήσει παιδεία, δεν την αποκτά;

Δεν θα ασχοληθούμε με αυτά τα ερωτήματα. Οι αναγνώστες μας, πιστεύουμε, δεν έχουν ανάγκη τα «φώτα» μας, σιγά!

Θέλουμε να ασχοληθούμε όμως λίγο περισσότερο με κάποια άλλα ερωτήματα, πιο «πονηρά», πιο «υπόγεια».

Μα δεν είναι ξεπεσμός αυτές οι «γιορτές» για το Πολυτεχνείο, όπως έχουν καταντήσει; Δεν του αφαιρούν νόημα, αντί να το διαιωνίζουν; Δεν είναι γελοίο να διαδηλώνουν μερικές ελάχιστες χιλιάδες, μπροστά από την Αμερικάνικη πρεσβεία, όταν παλιά διαδήλωναν κάποιες εκατοντάδες χιλιάδες; Τι σημασία έχουν όλα αυτά πια;

Έχουν και παραέχουν! Και δεν χρειάζεται βέβαια να το εξηγήσουμε σε όλους αυτούς τους «πονηρούς». Το ξέρουν πάρα πολύ καλά!

Χρειάζεται όμως να πούμε κάτι σε όσους καλόπιστα αποδέχονται ως βάσιμο ένα τέτοιο σκεπτικό. Θα το πούμε κι εμείς με τη μορφή ερωτημάτων.

Αν όλα αυτά, οι τελετές δηλαδή, δεν έχουν καμία σημασία, δεν φέρουν κανένα νόημα, πόσο ανόητα πρέπει να είναι τα ιερατεία όλων των καθιερωμένων και επιτυχημένων θρησκειών να τις διατηρούν με νύχια και με δόντια;

Πολύ ε; Και τότε πώς οι θρησκείες τους είναι τόσο καθιερωμένες και επιτυχημένες;

Ε;



Στην εικόνα: Έργο του Μέμου Μακρή (1913-1993) προς τιμή των θυμάτων της εξέγερσης του Πολυτεχνείου το 1973. Η φωτογραφία από το flickr.

Πέμπτη 12 Νοεμβρίου 2009

Τara, 25 Ιουλίου 1998-12 Νοεμβρίου 2009

Η Tara, το αγαπημένο σκυλί ενός επίτιμου μέλους του blog πέθανε σήμερα. Ο φίλος μας θρηνεί. Το blog πενθεί μαζί του. Προς τιμήν της Ζωής που υπήρξε με τη μορφή της Tara και από σεβασμό στη θλίψη του συντρόφου μας, κατεβάζουμε τα πληκτρολόγια μέχρι τα μεσάνυχτα του Σαββάτου. Το πρώτο κείμενο που θα αναρτηθεί, αν το θελήσει εκείνος, θα είναι δικό του και της Tara. Ζητάμε συγνώμη από τους φίλους προς τους οποίους ήδη οφείλουμε σχόλιο -αλλά και από όσους στείλουν σχόλια από τώρα και στο εξής- για την καθυστέρηση με την οποία θα απαντήσουμε. Θέλουμε να πιστεύουμε ότι θα καταλάβουν.

Τρίτη 10 Νοεμβρίου 2009

Ερασιτέχνες και επαγγελματίες…

Όπως η προ-προηγούμενη, έτσι κι αυτή είναι μια έκτακτη και εκτός προγραμματισμού ανάρτηση. Όπως η προ-προηγούμενη, έτσι κι αυτή προέκυψε μέσα από την διαδικτυακή επικοινωνία. Είναι όμως τελείως διαφορετική από την προ-προηγούμενη περίπτωση. Εκείνη αφορούσε σε διάλογο. Η σημερινή αφορά σε «διάλογο». Είναι μια μικρή και διδακτική ιστορία, από τις χιλιάδες παρόμοιες του διαδικτύου. Ίσως λίγο πιο σημαντική από τις πολλές, μια και αφορά σε ήθη και έθιμα των διαδικτυακώς πολιτικολογούντων. Αξίζει τον κόπο να τη διαβάσετε.

Ψάχνοντας στα blogs για αναφορές στην ταινία «Ψυχή Βαθιά» δεδομένου ότι εκκρεμεί ένα post ακόμα για τις κριτικές της ταινίας (να δούμε πότε θα το τελειώσουμε!), φτάσαμε από καραμπόλα σε καραμπόλα, όπως συχνά συμβαίνει σ’ αυτές τις περιπτώσεις, σε ένα blog ονόματι «Η καλύβα ψηλά στο βουνό». Είδαμε τη σχετική ανάρτηση, αλλά πριν συνεχίσουμε την περιήγηση μάς τράβηξε ένα post με τίτλο «Η ταξική φύση του Εμφυλίου στα χρόνια της Κατοχής».

Ήταν ένα μεγάλο κείμενο σχεδόν 5.000 λέξεων. Παρά το γεγονός ότι περιείχε πολλές αναφορές σε ιστορικά γεγονότα και μάλιστα ακόμα και από το μικροϊστορικό πεδίο, ο συντάκτης δεν παρέθετε ούτε μία βιβλιογραφική αναφορά ως πηγή. Θελήσαμε να λύσουμε την απορία μας στέλνοντας ένα σχόλιο, το οποίο, χωρίς να αξιολογεί το περιεχόμενο του post, περιοριζόταν στη διευκρινιστική αυτή ερώτηση και μόνον. Κι εδώ είναι που …shit happens! Παραθέτουμε αυτούσιο το «διάλογο»:

Εμείς: «Φίλοι της καλύβας ψηλά στο βουνό, [σ.σ.: Το blog είναι ομαδικό] Το ποστ βρίθει ιστορικών γεγονότων, πολλές φορές λεπτομερειακών. Μας προκαλεί όμως μεγάλη απορία το γεγονός πως δεν μπαίνετε στον κόπο να παραθέσετε ούτε μία (αρ. 1) βιβλιογραφική πηγή, όπως συνηθίζεται ακόμα και στα “ερασιτεχνικά” ιστοριογραφήματα του διαδικτύου. Ποιό είναι το σκεπτικό αυτής της παράλειψης; Τα λέμε».


Περιέχει το σχόλιό μας κάτι το μεμπτό; Παραβιάζει κάποιον κανόνα καλής διαδικτυακής συμπεριφοράς; Διατυπώνει, έστω, κάποιο «υπονοούμενο»; Κι όμως. Μάς έρχεται η εξής, λίγο «κάπως» απάντηση, υπογραφόμενη από κάποιον από τους διαχειριστές του blog, ονόματι Πάνος:

«Left700, εύκολα μπορείς να διαπιστώσεις (από το URL) ότι το παρόν ποστ είναι το 29ο της ενότητας “Εμφύλιος”. Για τη βιβλιογραφία, λοιπόν, μπορείς να ανατρέξεις σε προηγούμενες αναρτήσεις. Δεν είναι λογικό να επαναλαμβάνεται κάθε φορά. Κατά τα άλλα, μην αγχώνεσαι: για ερασιτεχνική προσπάθεια πρόκειται». Αξίζει να σημειωθεί ότι ο φίλος Πάνος, ίσως για να μας διώξει λίγο το …άγχος, φρόντισε να κλείσει την απάντησή του και μ’ ένα χαμόγελο.

Η απάντηση, εκτός από «κάπως», όχι μόνο δεν έλυνε καμιά απορία, αλλά, αντίθετα, δημιουργούσε περισσότερες. Έτσι, ανταπαντήσαμε με τον ίδιο περίπου τρόπο που πιστεύουμε ότι θα το έκανε ακόμα κι ένας μαθητής του Δημοτικού : «Φίλε Πάνο, Ευχαριστούμε για την απάντηση, αλλά μας …υποχρέωσες! Δηλαδή πρέπει να διαβάσουμε 28(!) προηγούμενα κείμενα για να μάθουμε τις πηγές για το 29o; Και άντε, πες ότι το κάνουμε. Πώς θα βγάλουμε άκρη; Γράφεις, ας πούμε, στο 15ο ή στο 22ο ποστ ότι η βιβλιογραφία στην οποία θα βασιστείς για το 29ο που θα δημοσιευτεί προσεχώς είναι αυτή κι αυτή;! Θα τρελαθούμε τελείως; Φίλε Πάνο, κάθε ποστ έχει και μια αυθύπαρκτη υπόσταση. Μην ταλαιπωρείς λοιπόν τους αναγνώστες σου. Και μην υποσκάπτεις εσύ ο ίδιος την αξιοπιστία των κειμένων σου. Αυτά, τελείως φιλικά και καθόλου …αγχωμένα -πώς σου ήρθε πάλι αυτό; Τα λέμε».


Αυτή τη φορά μας απάντησε κάποιος με την υπογραφή «Παπούλης». Κι εδώ είναι που πραγματικά …shit happens! Γιατί ο συγκεκριμένος φίλος μάς είπε τα εξής «σοφά»:

«Όρε leftκτλπ, Σε βλέπω και εγώ αγχωμένο ως μη ώφειλες….. Διάβασε τα υπόλοιπα ποστάκια και το σχετικό σχολιασμό ( καμμιά χιλιάδα σχόλια ) και το συζητάμε πάλι… γιατί εδώ στη καλύβα υποσκάπτουμε συνειδητά την αξιοπιστία των αναρτήσεων μας επειδή εξασκούμε άθλημα και όχι επάγγελμα … ( φιλικότατα )». Φρόντισε δε κι αυτός να συνοδεύσει το σχόλιό του με ένα ακόμα χαμόγελο!

Μετά από αυτόν το «διάλογο», μπορούμε να πούμε ότι μάθαμε ένα-δυό χρήσιμα πράγματα. Μάθαμε ότι υποφέρουμε από κάποιο άγχος. Μάθαμε ότι το όνομά μας δεν είναι «LeftG700», αλλά «leftκτλπ». Μάθαμε ακόμα, ότι είμαστε στυγνοί και πουλημένοι μισθοφόροι (ψευδο;)ιδεών (ως «επαγγελματίες»), σε αντίθεση με τους ερασιτέχνες εραστές «των ωραίων των μεγάλων και των αληθινών ιδεών».Και βέβαια, μάθαμε ότι οι Αγγλοσάξονες έχουν απόλυτο δίκιο:

Shit happens!



Η φωτογραφία είναι από το wallaby-michy.blogspot.com


Έκτακτο παράρτημα: Ως οφείλαμε, ενημερώσαμε με σχετικό σχόλιο στο blog «Η καλύβα ψηλά στο βουνό» τους περί ων ο λόγος και τους προσκαλέσαμε να καταθέσουν τον αντίλογό τους. Μας απάντησε με σχόλιο ο @Πάνος. Ως εξής: «Αντίλογος, με την εικονογράφηση και τον τίτλο που χρησιμοποιείς στο ποστ σου; Προφανώς αστειεύεσαι… Και το ορέον είναι ότι είχα αποφασίσει να μπω στον κόπο να φτιάξω μια short list με βιβλιογραφικές αναφορές για χάρη σου – αλλά με πρόλαβες. Σου επιστρέφεται λοιπόν ό,τι σου ανήκει – και να σε βλέπουμε σπανίως, όπως έλεγε ο Σκαρίμπας στους αγενείς ή τους βαρετούς επισκέπτες του. (δε φαντάζομαι να θέλεις παραπομπή και γι’ αυτό…)».

Κι από αυτό το σχόλιο βγάζουμε ένα-δυό συμπεράσματα. Το πρώτο είναι ότι ο φίλος @Πάνος διαβάζει την Αγγλική γλώσσα, αλλά δεν την κατανοεί. Το δεύτερο, ότι επιτέλους κατάλαβε πως δεν γίνεται, αν θέλει να θεωρείται στοιχειωδώς σοβαρός, να δημοσιεύει ιστορικοπολιτικά κείμενα χωρίς βιβλιογραφικές αναφορές. Τέλος, το τρίτο, ότι πολλοί άνθρωποι δεν έχουν κανένα πρόβλημα να συμπεριφερθούν απαξιωτικά, αν και δεν τους έχεις δώσει καμία αφορμή, αλλά αγανακτούν όταν τους βάζεις στη θέση τους. Αγανακτούν μάλιστα περισσότερο, όταν η θέση τους είναι έτσι κι αλλιώς χαμηλή.

Το μόνο που μπορούμε να πούμε στο φίλο @Πάνο για να καταπραΰνουμε την αγανάκτησή του είναι ό,τι έχουμε πει και παλαιότερα, με παρόμοια αφορμή, σε κάποιους άλλους φίλους (εκείνοι μάλιστα ήταν και ομοϊδεάτες):


Ξύδι!


IMPORTANT UPDATE (15 0κτωβρίου 2010): Αυτό το post (και τα σχόλια που ακολούθησαν) με θέμα συμπεριφορές και όχι πολιτικές πεποιθήσεις, ήταν ένα οργισμένο post. Συνεπώς, ανεξάρτητα από το πόσο πολύ ή λίγο εκπορεύτηκε από μια αίσθηση αδικίας, το βέβαιο είναι ότι, ως ένα βαθμό, υπαγορεύτηκε και από την οργή. Και η οργή είναι κακός σύμβουλος. Γιατί οδηγεί σε υπερβολικές ή και ακραίες εκφράσεις που με τη σειρά τους μπορεί, μέσα από μια επιπόλαιη ανάγνωση, φαινόμενο συχνό στο διαδίκτυο, να οδηγήσουν σε εσφαλμένα συμπεράσματα στα οποία επ’ ουδενί ο συντάκτης ήθελε να οδηγήσει τους αναγνώστες. Έτσι, η εικόνα που σχηματίζεται καταλήγει να είναι μια παραμορφωμένη εικόνα. Άρα και παραπλανητική.

Το ατύχημα είναι ότι πολλά από τα σκληρά και πικρά λόγια που είπαμε στο post και στα σχόλια τα απευθύναμε σε δυο συντρόφους: τον Παπούλη (Яков Федотович Павлов) και τον Καπετάνιο.

Ευτυχώς, η ζωή έδειξε (και μας έδειξε). Έτσι, σχεδόν ένα χρόνο μετά, συμπληρώσαμε σε μεταγενέστερο post την παραπλανητική εικόνα κι έτσι αποκαταστήσαμε τα πράγματα, σύμφωνα με αυτά που αργότερα μας έδειξε η ζωή.

Συνεπώς, όσοι αναγνώστες και αναγνώστριες ενδιαφέρονται για ακριβέστερες αποτυπώσεις της πραγματικότητας, αλλά και για κάποια διδάγματα που προσφέρει αυτή η ιστορία, καλούνται να επισκεφτούν το http://leftg700.blogspot.com/2010/09/blog-post_27.html












Δευτέρα 9 Νοεμβρίου 2009

Δεν μπορείς να κλείσεις τους ανθρώπους σε τείχη!

Πάντα υπάρχουν λόγοι για να φτιάξεις ένα τείχος. Ορατό ή αόρατο. Πάντα υπάρχουν εχθροί -και πρέπει να προστατευθείς. Πάντα υπάρχουν πολύτιμα για σένα πράγματα -και πρέπει να τα προστατέψεις.

Αν και αυτό ισχύει σε όλα τα μέρη του κόσμου, ο κόσμος συνηθίζει να θυμάται μόνο το τείχος του Βερολίνου και να ξεχνάει αυτά που υψώνονται στα άλλα μέρη του κόσμου. Ίσως γιατί δυσκολεύεται να καταλάβει, πώς αυτοί που χειροκρότησαν όταν έπεσε το τείχος του Βερολίνου, σήκωσαν τα δικά τους τείχη. Άλλα ορατά, όπως της Παλαιστίνης ή του Μεξικού. Κι άλλα αόρατα, όπως της στέρησης ή των πολέμων.

Εμείς πρέπει να θυμίζουμε στον κόσμο όλα τα τείχη που ξεχνάει. Και τα ορατά και τα αόρατα. Να θυμίζουμε και να θυμόμαστε:

Δεν μπορείς να κλείνεις τους ανθρώπους σε τείχη!


Η φωτογραφία είναι από τη Wikipedia


Κυριακή 8 Νοεμβρίου 2009

Agreement

Όπως συχνά συμβαίνει στις συζητήσεις, αρκετά από όσα λέγονται δεν σχετίζονται πάντα με το θέμα αλλά απλώς λέγονται με αφορμή το θέμα. Επίσης συχνά, ορισμένα από αυτά έχουν εξαιρετικό ενδιαφέρον και συνιστούν ένα άλλο θέμα από μόνα τους. Το ίδιο συνέβη και με το διάλογο που αναπτύχθηκε δύο post πιο πριν. Εκεί ο αναγνώστης και σχολιογράφος @Γιούρι Γκαγκάριν μας έστειλε το παρακάτω σχόλιο με αφορμή τη διευκρίνιση μιας παρερμηνείας. To αναδημοσιεύουμε -με την άδεια του υποθέτουμε- αυτούσιο, εκτός από μία μικρή τυπογραφική «επιμέλεια» (προσθέσαμε τόνους και ένα-δυό αυτονόητα κόμματα). Δικός μας επίσης είναι και ο τίτλος, καθώς και η έμφαση με bold γράμματα στα πιό ενδιαφέροντα για εμάς σημεία -με τα οποία βέβαια συμφωνούμε πλήρως, όπως και με το όλο πνεύμα του σχολίου του.


Αριστερός ναρκισσισμός (Του Γιούρι Γκαγκάριν)

Μην αδικείτε ούτε εμένα, καταλαβαίνω πώς λέτε το «απολιτίκ», αλλά με ενοχλεί όταν χρησιμοποιείται ο όρος για να δηλώσει το «ενδιαφέρον» των αριστερών και την απάθεια των «περισσότερων νέων». Κατά βάση είναι ναρκισσιστική η δήλωση και προσβλητική για τους άλλους και δε βοηθά να σε ακούσουν. Νομίζω η πιο έντιμη στάση είναι να αντιμετωπίζεις τις απόψεις των άλλων ως έχουν και αν χρειαστεί να συγκρουστείς και να γίνεις και εριστικός. Έτσι δίνεις τη δέουσα αξία στην άποψη του άλλου. Αν δείχνεις σε κάποιον ότι η άποψή του μπορεί ακόμα και να σε εξοργίζει, πιστεύω θα σε σεβαστεί, αφού η υποκειμενικότητά του βρίσκει ανταπόκριση στην πραγματικότητα.

Σάββατο 7 Νοεμβρίου 2009

7 Νοεμβρίου (25 Οκτωβρίου) 1917

Εκεί που τ’ ανθρώπινο βλέμμα τσακίζεται ανήμπορο,
βλέπω να καταφθάνει
των πεινασμένων στρατηλάτης
φορώντας το ακάνθινο στεφάνι της επανάστασης
το 1916.
................................................................................
Κι όταν
τον ερχομό του διαλαλώντας
ανταριασμένοι
θα βγείτε να δεχτείτε τον Σωτήρα,
εγώ για σας θα ξεριζώσω την καρδιά μου
θα την ποδοπατήσω
κ’ έτσι μεγαλωμένη
και καταματωμένη
θα σας τη δώσω για σημαία.
................................................................................

Τη σκέψη σας που νείρεται πάνω στο πλαδαρό μυαλό σας
σάμπως ξιγκόθρεφτος λακές σ' ένα ντιβάνι λιγδιασμένο,
εγώ θα την τσιγκλάω επάνω στο ματόβρεχτο κομμάτι της καρδιάς μου.
Φαρμακερός κι αγροίκος πάντα ως να χορτάσω χλευασμό.
Εγώ δεν έχω ουδέ μιαν άσπρη τρίχα στην ψυχή μου
κι ουδέ σταγόνα γεροντίστικης ευγένειας.
Με την τραχιά κραυγή μου κεραυνώνοντας τον κόσμο, ωραίος τραβάω,
τραβάω εικοσιδυό χρονώ λεβέντης.


Βλαδίμηρος Μαγιακόφσκι: «Σύννεφο με παντελόνια» (αποσπάσματα σε μετάφραση Γιάννη Ρίτσου, εκδόσεις «Κέδρος»).


Στην εικόνα ο πίνακας των Mikhail Fedorovich Kholuev και Ludmila Sergeevna Manevich «Ο Λένιν ηγείται της Επανάστασης». Αναδημοσίευση από το περιοδικό «AZERBAIJAN International».

Πέμπτη 5 Νοεμβρίου 2009

Ψυχή Βαθιά

Είναι δύσκολο να χαρακτηρίσει κανείς με μια μόνο λέξη μια ολόκληρη ταινία. Και μάλιστα μία ταινία για έναν εμφύλιο πόλεμο, δηλαδή τον μόνο «δικαιολογημένο» πόλεμο για έναν αριστερό (εκτός από τον αντιιμπεριαλιστικό-πατριωτικό) και ταυτόχρονα τον πιο παράλογο για όσους δεν βλέπουν την Ιστορία με ταξικούς όρους. Ωστόσο, για να δώσουμε το κεντρικό στίγμα των εντυπώσεών μας εκ προοιμίου, θα το αποπειραθούμε: Άνιση. Αυτή τη λέξη θα χρησιμοποιούσαμε, αν ήμασταν υποχρεωμένοι να εκδώσουμε την «ετυμηγορία» μας μονολεκτικά. Υπενθυμίζοντας ότι πρόκειται για «ετυμηγορία» που αφορά σε μία κινηματογραφική ταινία, δηλαδή ένα έργο τέχνης, έστω και της 7ης, δηλαδή της πιο πρόσφατης . Αυτή η υπενθύμιση είναι νομίζουμε αναγκαία, μια και πολύ από το μελάνι που χύθηκε για την ταινία, χύθηκε ερήμην αυτού του γεγονότος.

Μορφή…

Πού εντοπίζονται οι ανισότητες λοιπόν της ταινίας; Σε πολλαπλά επίπεδα θα λέγαμε. Πρώτα απ’ όλα στην κινηματογράφηση: Ο Βούλγαρης αφιερώνει πολλά μέτρα φιλμ για να καταγγείλει τον πόλεμο δείχνοντας πόλεμο. Τίποτα το κακό σ’ αυτό. Όμως είναι σ’ αυτές ακριβώς τις σκηνές που η ταινία πάσχει σοβαρά σε σύγκριση με τα πιο «ήσυχα» τμήματα της ταινίας -εκεί δηλαδή όπου ο Βούλγαρης πιστώνεται πολλούς σκηνοθετικούς πόντους, επιβεβαιώνοντας την ικανότητά του να αποτυπώνει την ατμόσφαιρα του θέματός του μέσα από τις καίριες «στιγμές» και τις «κρίσιμες» καταστάσεις, όταν ο φακός κοιτάζει «μέσα» κι «από κοντά». Και πάσχει κυρίως, επειδή σε μία αντιπολεμική ταινία -αυτό δεν είναι πάνω απ’ όλα η ταινία του Βούλγαρη, αντιπολεμική; Ή μήπως όχι;- ο μοναδικός λόγος συμπερίληψης πολεμικών σκηνών, εκτός από το «θέαμα» που πάντα φέρνει εισιτήρια, είναι η απεικόνιση της φρίκης του πολέμου και η αποτύπωση της αγωνίας του θανάτου. Όσο δυσκολευόμαστε να δεχθούμε ότι ο Βούλγαρης σκηνοθέτησε με εμπορικά κίνητρα, άλλο τόσο δυσκολευτήκαμε να βρούμε αντιπολεμική «ουσία» στις σχετικές σκηνές. Για παράδειγμα: Έχοντας δει την αριστουργηματική «Λεπτή, κόκκινη γραμμή» πριν από τρία και πάνω χρόνια -και μάλιστα στη μικρή οθόνη- βρίσκουμε ακόμα στη μνήμη μας και τη φρίκη και την αγωνία του πολέμου. Έχοντας δει την «Ψυχή Βαθιά» μόλις πριν από δέκα ημέρες δεν βρίσκουμε τίποτα, εκτός από δύο σκηνές κι ένα πλάνο -κι αυτά όχι «πολεμικά».

Έντονες ανισότητες και στο επίπεδο των ερμηνειών. Οι δύο μικροί πρωταγωνιστές, ο Ανέστης του Κυβερνητικού στρατού και ο Βλάσης του Δημοκρατικού, πολύ καλοί, τουλάχιστον στις συντριπτικά περισσότερες σκηνές. Εξαιρετική επίσης μας φάνηκε και η μικρή ανταρτοπούλα, η Φούλα, που κρυφοερωτεύεται τον Ανέστη. Καλή η Βικτωρία Χαραλαμπίδου στο ρόλο της «κολασμένης ψυχής» και γι’ αυτό άγριας αντάρτισσας Γιαννούλας. Καλός φυσικά και ο Βέγγος, αν και σ’ αυτόν τον τελευταίο προλάβαμε να δούμε τον «κλασικό Βέγγο» παρά την ολιγόλεπτη εμφάνισή του. Δεν μπορέσαμε να μην κάνουμε τη σύγκριση με τον Βέγγο του «Όλα είναι δρόμος» του ίδιου σκηνοθέτη, όπου εκεί, η παλιά, γνωστή κινηματογραφική περσόνα του ήταν αόρατη κι ας κρατούσε μόνος του το 1/3 της ταινίας. Από εκεί και πέρα: Απλώς «αξιοπρεπής» ο Γιώργος Συμεωνίδης στο ρόλο του μάχιμου αξιωματικού των κυβερνητικών, αλλά κακός, ειδικά στο πρώτο μέρος, ο «ομόλογός» του από την πλευρά των ανταρτών καπετάν-Ντούλας και κάκιστος, σχεδόν καρικατούρα, ο Μίλτος Πολυβίου στο μικρό αλλά κομβικό ρόλο του Αμερικανού στρατηγού Βαν Φλητ.

Άνισο και το «ξετύλιγμα» της ταινίας. Πλαδαρό και αμήχανο, με διαρκή κίνηση, αλλά σημειωτόν, στο πρώτο μέρος όπου -παραδόξως!- κυριαρχούν οι σκηνές μάχης, πιο δεμένο και νευρώδες στο δεύτερο. Θέμα μοντάζ; Ίσως. Χωρίς να είμαστε όμως ειδικοί, νομίζουμε ότι περισσότερο οφείλεται στην ίδια τη δομή του σεναρίου.

Στην αναπαράσταση της εποχής ο Βούλγαρης μόλις που καταφέρνει να περάσει τη βάση. Θυμόμαστε τα «Πέτρινα χρόνια», το εξαιρετικό και παραγνωρισμένο «Ακροπόλ», ακόμα και τις πρόσφατες «Νύφες». Και στις τρεις αυτές ταινίες του «μεταφερθήκαμε», σε άλλη λιγότερο σε άλλη περισσότερο, στην εποχή τους. Όχι όμως στην «Ψυχή Βαθιά». Τι φταίει; Οι χώροι είναι αυθεντικοί, οι φυσιογνωμίες των πρωταγωνιστών συμβατές με την εποχή (ένα-δυό εξαιρέσεις δεν δημιουργούν πρόβλημα), οι κομπάρσοι από τις γύρω περιοχές -άνθρωποι της υπαίθρου, τα κοστούμια χωρίς παραφωνίες. Θα το αποδίδαμε κυρίως σε δύο παράγοντες: Στην αμήχανη και κάπως «πρωτόλεια» σκηνοθεσία των πολεμικών σκηνών και -κυρίως- στην παρεμβολή των ανταρτών με την ομαδική εκφώνηση του συνθήματος «ψυχή βαθιά» στο ομώνυμο τραγούδι το οποίο όμως ακούγεται σε voice over (το ίδιο το τραγούδι μας φάνηκε επίσης εκτός εποχής).

Τέλος, η φωτογραφία είναι σε πολλές περιπτώσεις εξαιρετική (σε μερικές όμως συμβατική), ενώ η μουσική του Αγγελάκα δένει ικανοποιητικά με την ταινία, χωρίς όμως να την απογειώνει. Ίσως αυτό να συνέβαινε, αν το καλύτερο κομμάτι της δεν ακουγόταν, δυστυχώς, στα γράμματα των τίτλων τέλους.

…Και περιεχόμενο

Τι ήθελε να πει με όλα αυτά που αξιολογήσαμε παραπάνω ο Βούλγαρης; Θα μπορούσαμε, όπως κάναμε με τη γενική εντύπωσή μας από την ταινία, να συμπυκνώσουμε με μία λέξη το περιεχόμενό της; Και ποιό θα λέγαμε ότι ήταν αυτό; Αντιπολεμικό; Ηρωικό; Αντιεμφυλιοπολεμικό; Ανθρωπιστικό; Συμφιλιωτικό; Ανθρώπινο; Αντιπολιτικό (με την έννοια του απολιτικού); Όποια λέξη κι αν διαλέξουμε θα είμαστε μέσα. Και είμαστε σίγουροι ότι κάθε μία από αυτές τις λέξεις αντιπροσωπεύει το πρίσμα μέσα από το οποίο θα «διαβάσει» την ταινία η αντίστοιχη μερίδα θεατών. Γι’ αυτό, η μοναδική λέξη που βρίσκουμε είναι μία, ουσιαστικά μη-λέξη, με την έννοια ότι δεν προσδιορίζει τίποτα άλλο εκτός από την «αντίσταση» της ταινίας να προσδιοριστεί: Αντιφατικό. Φαίνεται ότι κάπου ο Παντελής Βούλγαρης έχασε το δρόμο του.

Αν συμβαίνει αυτό, γιατί συμβαίνει; Νομίζουμε επειδή γύρισε το «Βαθιά Ψυχή» με τη δική του ψυχή διχασμένη. (Όχι χαμένη, όπως άδικα γράφτηκε. Διχασμένη. Κι αυτό έχει μεγάλη διαφορά). Για την ακρίβεια, η ταινία δείχνει ότι διχάστηκαν και οι δύο ψυχές του: Και η σκηνοθετική και η πολιτική.[1]

Ο διχασμός της σκηνοθετικής του ψυχής φαίνεται από το ότι ενώ θέλησε να μιλήσει για τον Ελληνικό εμφύλιο μέσα από τη μικροϊστορία, δηλαδή τις τραγωδίες των απλών ανθρώπων που πήραν μέρος σ’ αυτόν, λοξοδρομεί στη μεγάλη εικόνα της πολιτικής -και μάλιστα εγκαινιάζει αυτή τη λοξοδρόμηση από την αρχή της ταινίας! Μοιραία, αφού όντως «κοιτάζει» τον εμφύλιο μέσα από τις προσωπικές τραγωδίες, στις παρεκβάσεις του αυτές είναι αποσπασματικός. Κι όταν είσαι αποσπασματικός, δεν μπορείς να καλύψεις αποτελεσματικά το πολιτικό υπόβαθρο ενός εμφυλίου πολέμου μεταξύ Αριστεράς και Δεξιάς. Άρα το ερώτημα αναδύεται αυτομάτως: Γιατί έμπλεξε με αποτέλεσμα να τα μπλέξει (αλλά και να «μπλέξει» με τις αριστερές κριτικές);

Όσο για την πολιτική του ψυχή -αλήθεια, ποια είναι η πολιτική ψυχή του Παντελή Βούλγαρη; Μα θέλει και ρώτημα; Οι ταινίες του, οι συνεντεύξεις του, η στάση ζωής του δεν δείχνουν ξεκάθαρα ότι ο Βούλγαρης είναι ένας δικός μας, ένας αριστερός; Και πραγματικά απορούμε: Όσοι το αμφισβήτησαν με αφορμή την ταινία, τόσο στραβοί ήταν όταν την έβλεπαν;

Η αριστερή πολιτική ψυχή λοιπόν του Παντελή Βούλγαρη διχάστηκε κι αυτή στο γύρισμα της ταινίας. Διχάστηκε μεταξύ της πρόθεσής του να γυρίσει μία ταινία αντιπολεμική και των βαθιών συναισθημάτων της αγάπης του για τους ηττημένους του Δημοκρατικού στρατού, την ένοπλη και επαναστατημένη Αριστερά του εμφυλίου. Ποιο «κομμάτι» της ψυχής του νίκησε; Μα το αριστερό! Έτσι δεν καταφέρνει να κάνει μια ταινία ουσιαστικά αντιπολεμική, δηλαδή αντιηρωική. Και η ταινία του δείχνει καθαρά σε ποιο στρατόπεδο από τα δύο περίσσεψε ο ηρωισμός.

Το δείχνει στις μάχες. Το δείχνει στις ανάπαυλες των μαχών. Το δείχνει στην απόδοση των τιμών προς τους νεκρούς αντάρτες από τους συντρόφους τους, όπου, για οικονομία στις σφαίρες, αντί για τιμητικές βολές ανοιγοκλείνουν τα κλείστρα των όπλων τους. Το δείχνει στο στρατοδικείο και στην εκτέλεση των ανταρτών. Το δείχνει στην προμελετημένη αυτοκτονία του καπετάν-Ντούλα. Τι κι αν παρουσιάζει τους Έλληνες επιτελάρχες αξιωματικούς να δυσανασχετούν για τη χρήση των βομβών ναπάλμ σε μία από τις πιο ατυχείς οπωσδήποτε σκηνές της ταινίας; (Σεναριογράφοι δεν είμαστε, αλλά πόσο καλύτερο θα ήταν να δινόταν αυτό που στην πραγματικότητα θέλει να πει ο Βούλγαρης μέσα από το διάλογο δύο απλών κυβερνητικών φαντάρων στο θέαμα του βουνού που καίγεται και στη σκέψη «των φουκαράδων που είναι ’κει πάνω»;). Τι κι αν παρουσιάζει μεγαλόψυχο τον ανθυπολοχαγό Τριαντάφυλλο απέναντι στον ηττημένο αντίπαλο ή πρόθυμο να μεσολαβήσει για να σώσει απ’ το απόσπασμα το 14χρονο ανταρτόπουλο; Η συγκίνηση, έστω κι αν ο Βούλγαρης δεν αποφεύγει ολότελα το «μελό», προέρχεται πάντα από τους ηττημένους. Κι αν κυλήσει ένα δάκρυ στην αίθουσα από τους θεατές, αυτό θα είναι αριστερό δάκρυ.

Και αυτό ακριβώς το αριστερό δάκρυ είναι που παραγνωρίζουν όσοι εξ αριστερών καταδίκασαν (καταδίκασαν, όχι κριτικάρισαν) την ταινία. Δηλαδή τη δύναμη των συναισθημάτων και τη συγκίνηση που απελευθερώνει η ταινία. Ίσως γιατί ξεχνούν πως, εκτός από την αλήθεια, μπορεί και το συναίσθημα να είναι επαναστατικό…


ΥΓ: Είναι γεγονός πως κάθε συμβάν -άρα και μία ταινία- διαδραματίζεται σε δύο φάσεις. Η πρώτη είναι αυτό το ίδιο το συμβάν. Η δεύτερη, η συζήτηση γύρω από το συμβάν. Γι’ αυτή τη δεύτερη φάση της ταινίας, για την κριτική της κριτικής δηλαδή, στο επόμενο σημείωμά μας.



[1]Αποκαλυπτική γι’ αυτό ακριβώς το σημείο είναι η συνέντευξη του Παντελή Βούλγαρη στο «Lifo». Αξίζει να τη διαβάσετε με προσοχή.