Πέμπτη 29 Απριλίου 2010

Μαζί


Εδώ και μια βδομάδα, η χώρα, δηλαδή η μεγάλη πλειοψηφία των ανθρώπων που ζουν εδώ και ζουν απ’ τη δουλειά τους, έχει τεθεί και επισήμως υπό τις διαταγές και επιταγές του ΔΝΤ-ΕΕ-ΕΚΤ. Για το τι σημαίνει αυτό, για τις επιπτώσεις που θα έχει στη ζωή όλων, είτε ανήκουν στους μπόμπιρες των παιδικών σταθμών, είτε στους μαθητές του Λυκείου, είτε στη g700, είτε στης «μεταπολίτευσης τη χαμένη γενιά», είτε στη γενιά του Πολυτεχνείου ή στην πρώτη μεταπολεμική της προχωρημένης τρίτης ηλικίας, έχουν γραφτεί ήδη πολλά και γράφονται κάθε μέρα. Περιττεύουμε.

Επίσης έχει επισημανθεί και το φανερό ή αφανές μέτωπο που στηρίζει ρητά ή υπόρρητα τα μέτρα κατεδάφισης της αμοιβής της εργασίας, των εργατικών δικαιωμάτων και των όποιων θεσμών κοινωνικής πρόνοιας λειτουργούσαν μέχρι χθες, έστω και κουτσά-στραβά, στην Ελλάδα.

Εκείνο που νομίζουμε πως δεν έχει επισημανθεί με την υπογράμμιση που απαιτούν οι περιστάσεις είναι το τι υπάρχει απέναντι σ’ αυτό το μαύρο μέτωπο.

Υπάρχει η μεγάλη πλειοψηφία των εργαζομένων που αρχίζουν να καταλαβαίνουν ότι η καμπάνα χτυπάει για όλους και εγκαταλείπουν σιγά-σιγά ή και γρηγορότερα τα γήπεδα των άνευ ουσίας αναμετρήσεων «Ιδιωτικοί εναντίον Δημοσίων υπαλλήλων», «Νέοι εναντίον Παλιών», «Μισθωτοί του μισθολογίου εναντίον των Μισθωτών με μπλοκάκι» ή ακόμα —πιο «δειλά» όμως αυτό— «Πτυχιούχοι & Μεταπτυχιακοί εναντίον Αποφοίτων Λυκείου & ΙΕΚ».

Αποτελούμε όλοι εμείς ένα μέτωπο. Με την πρώτη και πιο πολύτιμη ύλη κάθε μετώπου: την κοινωνία. Ένα μέτωπο όμως πού παραμένει χωρίς ενιαία πολιτική αναφορά. Το κοινωνικό μέτωπο δημιουργείται, το δημιουργούν οι συνθήκες που διαμορφώθηκαν μετά την 23η Απριλίου. Το πολιτικό αναζητείται. Και στην πραγματικότητα δεν είναι ορατό ούτε με τηλεσκόπιο…

Από ποιόν άλλον εκτός από την Αριστερά να ζητήσουμε τα ρέστα; Η Αριστερά δεν είναι, δεν υποτίθεται ότι είναι, η κατ’ εξοχή παράταξη που πολιτικοποιεί το κοινωνικό ζήτημα και θέλει να ανυψώσει την κοινωνία μέχρι την κοινωνικοποίηση της εξουσίας; Κι όμως μεθαύριο, για μια ακόμα, αλλά διαφορετική τούτη τη φορά Πρωτομαγιά, θα συγκεντρωθεί και θα διαδηλώσει χωριστά —με κύρια αλλά όχι και διαχρονικά αποκλειστική ευθύνη του ΚΚΕ— υποχρεώνοντας κι εμάς να κάνουμε το ίδιο, όσο κι αν δεν το θέλουμε. Ενώ απαιτείται το μείζον, η Αριστερά δεν μπορεί να υλοποιήσει ούτε το έλασσον: μια κοινή Πρωτομαγιάτικη συγκέντρωση!...

Δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε άλλο από εδώ γι’ αυτό, παρά μόνο να το λέμε και να το ξαναλέμε: Αριστερά που δεν μπορεί ούτε καν συμβολικά να συμπορευτεί, ούτε κατ’ ελάχιστο να συντονιστεί και ούτε στοιχειωδώς να συν-ζητήσει δεν θα μπορέσει ποτέ να παίξει το ρόλο που φιλοδοξεί. Κι αυτό είναι έτσι και θα είναι έτσι, ακόμα κι αν βγάλει ο ήλιος κέρατα!

Αλλά, για μισό λεπτό. Αλήθεια δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε άλλο εκτός από το να το λέμε και να το ξαναλέμε; Μήπως μπορούμε και να πράξουμε κάτι, έστω και μικρό;

Νομίζουμε πως ναι. Υπάρχει κάτι που μπορούμε και πρέπει να πράξουμε. Κάτι που είναι στο χέρι μας και δεν μας εμποδίζει τίποτα και κανείς από το να το πραγματοποιήσουμε.

Εδώ και κάμποσο καιρό έχουν κοπεί οι γέφυρες επικοινωνίας και διαλόγου με τον Αντώνη του Radical Desire. Το γιατί και το πώς δεν μας ενδιαφέρει αυτή τη στιγμή. Κι αν ήρθε το ΔΝΤ, δεν έπεσε κι ο ουρανός στο κεφάλι μας. Αυτά μπορούν να συζητηθούν εν ευθέτω χρόνο και με συντροφικό πνεύμα.

Εκείνο που προέχει είναι να αποκατασταθούν οι γέφυρες. Το ‘μαζί’. Με τις πολιτικές διαφωνίες μας, όπου υπάρχουν —πολύ λιγότερες απ’ όσο φαίνεται. Αλλά μαζί.

Έτσι λοιπόν, από σήμερα, από τώρα, εμείς θα ξαναρχίσουμε τον διάλογο με τον Αντώνη για το μείζον, «για την υπόθεσή μας» δηλαδή, εγκαινιάζοντάς τον με ένα ειδοποιητήριο σχόλιο για το σημερινό post.

Ελπίζουμε να το καλωσορίσει.


Η εικόνα από το awgpn.org.au

Τρίτη 27 Απριλίου 2010

Η οικονομική φρίκη


«Πότε θα συνειδητοποιήσουμε ότι δεν υπάρχει κρίση ή κρίσεις αλλά μια μετάλλαξη; Όχι η μετάλλαξη μιας κοινωνίας αλλά ενός ολόκληρου πολιτισμού;».

«Ένας άνεργος σήμερα δεν αποτελεί πια το αντικείμενο ενός προσωρινού, ευκαιριακού παραμερισμού, που πλήττει μόνο ορισμένους τομείς. […] Ο άνεργος είναι το θύμα μιας οικουμενικής λογικής, η οποία βασίζεται στην κατάργηση αυτού που ονομάζουμε εργασία, δηλαδή των θέσεων απασχόλησης».

«Όμως, γιατί να ασχολείται κανείς με τους δούλους, αν η εργασία τους είναι περιττή; […] είναι ‘‘χρήσιμο’’ να ζει κανείς, αν δεν είναι επικερδής για το κέρδος;».

«Βλέπουμε ότι πέρα από την εκμετάλλευση των ανθρώπων υπάρχει και κάτι χειρότερο: η απουσία οποιασδήποτε εκμετάλλευσης».

«[…] πρέπει κανείς ν’ ‘‘αξίζει’’ να ζει, για να έχει το δικαίωμα να ζει;».

«Ένα παράδειγμα: οι ιδιωτικές οικονομικές δυνάμεις διαχειρίζονται συχνά τα χρέη των κρατών και επομένως ελέγχουν αυτά τα κράτη που είναι στο έλεός τους. Από την άλλη πλευρά, τα κράτη δε διστάζουν να μετατρέπουν τα χρέη των προστατών τους σε δημόσια χρέη κι επομένως ν’ αναλαμβάνουν την εξόφλησή τους. Τα χρέη αυτά πληρώνονται, επομένως, από το σύνολο των πολιτών, χωρίς κανένα αντιστάθμισμα. Η ειρωνεία: ανακυκλωμένα στο δημόσιο τομέα, αυτά τα χρέη του ιδιωτικού τομέα επαυξάνουν ακόμα περισσότερο το χρέος που βαρύνει τα κράτη, θέτοντάς τα ακόμα περισσότερο υπό την κηδεμονία της ιδιωτικής οικονομίας. Ωστόσο, ποτέ δε θεωρείται ‘‘επιδοτούμενη’’ αυτή η ιδιωτική οικονομία, που την έχει επωμιστεί (όπως συμβαίνει συχνά) το κράτος, επομένως το σύνολο της κοινωνίας!».

«Η πίστη εμπεριέχει την αμφιβολία, όμως η αμφιβολία είναι απαγορευμένη στο οικονομικό δόγμα. Θα τολμήσουμε να ψιθυρίσουμε μερικές δειλές επιφυλάξεις, να δηλώσουμε ότι αισθανόμαστε κάποιο ίλιγγο απέναντι στην ηγεμονία μιας αφηρημένης, απάνθρωπης παγκοσμιοποιημένης οικονομίας; Δε θ’ αργήσουν να μας κλείσουν το στόμα με τις απόψεις αυτής της ίδιας της ηγεμονίας στην οποία, ας είμαστε ρεαλιστές, βρισκόμαστε παγιδευμένοι. Αμέσως θα μας αντιτάξουν τους νόμους του συναγωνισμού, της ανταγωνιστικότητας, τη συμμόρφωση με τους διεθνείς οικονομικούς κανόνες —που σημαίνουν την κατάργηση των κανόνων— και θα πλέξουν το εγκώμιο της ελαστικότητας της εργασίας. […] Άλλοι θα έλεγαν: ένα γιγάντιο καζίνο. Αμέσως θα σας αντιτάξουν και θα σας επιβάλλουν το σεβασμό για κάποιους μυστηριώδεις νόμους, περισσότερο ή λιγότερο άγνωστους, για τους νόμους της ανταγωνιστικότητας, και όλα αυτά θα επισφραγιστούν με εκβιασμούς για την αποχώρηση των επιχειρήσεων και των επενδύσεων, για την περισσότερο ή λιγότερο νόμιμη μεταφορά κεφαλαίων, γεγονότα που, άλλωστε, έτσι κι αλλιώς συμβαίνουν. Ο εκβιασμός, με δυο λόγια, για τη σύσφιξη της παγίδας».

«Για πρώτη φορά, η ανθρώπινη μάζα δεν είναι πια υλικά απαραίτητη κι είναι ακόμα λιγότερο οικονομικά απαραίτητη για το μικρό αριθμό των ανθρώπων που κατέχουν τις εξουσίες και για τους οποίους οι ανθρώπινες ζωές που εκτυλίσσονται έξω από το στενό κύκλο τους δεν έχουν ενδιαφέρον, δηλαδή λόγο ύπαρξης —το αντιλαμβανόμαστε κάθε μέρα περισσότερο— παρά μόνο από μια χρησιμοθηρική σκοπιά».

«Τι επιδιώκεται; Η καλή πορεία των αγορών ή η ευημερία, έστω και απλώς η επιβίωση των πληθυσμών;».

«Στις Ηνωμένες Πολιτείες, παρατηρούσε ο Έντμουντ Σ. Φελπς
[1], η απασχόληση ευνοείται εις βάρος των μισθών, ενώ στην Ευρώπη ευνοούνται οι μισθοί εις βάρος της απασχόλησης. Ίσως. Όμως, τίποτε, πουθενά, δε γίνεται εις βάρος του κέρδους!».

«Ποιος θα δεχόταν εν γνώσει του να παίξει το ρόλο του απαρχαιωμένου αιθεροβάμονος, του απληροφόρητου ηλίθιου, του απλοϊκού που έχει μείνει προσκολλημένος σε παλαιολιθικά δεδομένα; Ποιος θα ήθελε να τον αντιμετωπίσουν, όχι με οργή αλλά με έκπληξη, ανάμεικτη με κάποιο οίκτο και αρκετή ειρωνεία: ‘‘Δε θέλετε, βέβαια, να πείτε… Δε μπορεί να έχετε μείνει τόσο πίσω… Το τείχος του Βερολίνου έπεσε, το ξέρετε; Ώστε πραγματικά σας άρεσε η ΕΣΣΔ; Ο Στάλιν; Ενώ η ελευθερία, η ελεύθερη αγορά… δε σας αρέσει;’’».


Σκόρπια και ανάκατα αποσπάσματα από το εξαιρετικό βιβλίο της γαλλίδας μυθιστοριογράφου και δημοσιογράφου Βιβιάν Φορεστέρ[2] «Η οικονομική φρίκη» («Νέα Σύνορα»-Α. Λιβάνης, 1997).



[1] Edmund S. Phelps (1933). Αμερικανός οικονομολόγος της νεοκεϋνσιανής σχολής. Το 2006 του απονεμήθηκε το βραβείο Νόμπελ.

[2] Ελπίζουμε, οι Σέρλοκ Χολμς του διαδικτύου να μην παρασυρθούν από την κάποια ομοιότητα του ύφους της με το δικό μας και να αρχίσουν να μας στέλνουν διαφημιστικά σχόλια για σερβιέτες με φτερά ή κρέμες νυκτός.


Η εικόνα από το storyafterdark.wordpress.com

Παρασκευή 23 Απριλίου 2010

Οικονομική κρίση: Δυο, τρία πράγματα που μάλλον θα μας χρειαστεί να κρατήσουμε


Ι. Δεν υπάρχει «καλό» και «κακό» κεφάλαιο. «Κερδοσκοπικό» και «υγιές». «Παρασιτικό» και «παραγωγικό». «Ανάλγητοι τραπεζίτες» και «ανθρωπιστές βιομήχανοι». Ο Αντρέας Ανδριανόπουλος σ’ ένα παλιό του βιβλίο («Δημοκρατικός καπιταλισμός και κοινωνίας της γνώσης») έχει γράψει κάτι που είναι κατ’ αρχή σωστό: «Ό,τι επιδοτείται τείνει να πολλαπλασιάζεται». Βέβαια, επαναλάμβανε το γνωστό τροπάρι των φιλελεύθερων που έχει στόχο να αποδομήσει την έννοια της κοινωνικής πρόνοιας για όσους απολύονται από τη δουλειά τους, προωθώντας την ιδέα ότι οι άνεργοι παραμένουν εκτός εργασίας, επειδή προτιμούν να επιδοτούνται παρά να εργάζονται (τώρα να έρθει να μας τα πει αυτά). Αν το προεκτείνουμε αυτό και στο κεφάλαιο, έχουμε την απάντηση στο «δίλημμα» της Κικής ή της Κοκώς: «Ό,τι παράγει κέρδος τείνει να συγκεντρώνει τις επενδύσεις». Αν το κέρδος προκύπτει από την παραγωγή παιδικών παπουτσιών, αυτοκινήτων ή απορρυπαντικών, το κεφάλαιο πηγαίνει σε αυτά όπως οι καρφίτσες στον μαγνήτη. Αν στερέψει το κέρδος εκεί και αρχίσει να προκύπτει από το εμπόριο του χρήματος, το κεφάλαιο —που μπορεί κάλλιστα να έχει προκύψει από την παραγωγή παιδικών παπουτσιών, αυτοκινήτων ή απορρυπαντικών, στην πραγματικότητα από εκεί έχει κάποτε προκύψει— θα αλλάξει δρομολόγιο και θα κατευθυνθεί στο εμπόριο του χρήματος και στις παραφυάδες (παράγωγα) του. Το γεγονός ότι είμαστε όλοι εναντίον της «κακής» Τράπεζας Χ, Ψ ή Ω που προεξοφλεί μόλις τη μία από τις δέκα επιταγές πελατών του Χ, Ψ ή Ω βιοτέχνη στο Περιστέρι δεν σημαίνει ότι η Toyota Worldwide ή η U.S. Steel είναι οι καλοί της ιστορίας.

ΙΙ. Διαβάζουμε και ακούμε συχνά τη θλιβερή αναγγελία: «η μεσαία τάξη πέθανε». Περίεργο πράγμα να πεθαίνει κάτι που δεν υπήρξε ποτέ, αλλά ας μη το κάνουμε αυτό θέμα. Εκείνο που έχει σημασία είναι ότι όλη αυτή η κατηγορία ανθρώπων (στην οποία, για να τα λέμε όλα, ανήκουμε κι εμείς) που αποκαλείται είτε ‘μεσαία τάξη’, είτε ‘νέα μικροαστική τάξη’, είτε ‘διανοητικά εργαζόμενοι’, είτε ‘επιστημονικό προλεταριάτο’, είτε ‘άσπρα κολάρα’ —της οποίας μεγάλο μέρος απασχολείται στον δημόσιο τομέα— έχει μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να σημειώσει αυτό που παρατηρεί (ο δρόμος της «κοινωνικής ανόδου» είναι διπλής κυκλοφορίας) και αυτό που συναισθάνεται: Ο μοναδικός λόγος για τον οποίο μέχρι τώρα της φαινόταν μονόδρομος είναι γιατί κοίταζε μόνο από το δεξί παράθυρο· από τη μεριά δηλαδή του ρεύματος της ανόδου. Αυτό είναι μια σχεδόν φυσική τάση για όσους κάθονται στη θέση του συνοδηγού που τους κάνει όχι μόνο να μη κοιτούν τα «πίσω καθίσματα», αλλά και να ξεχνούν ότι άλλο συνοδηγός, άλλο συνεταίρος κι άλλο Διευθύνων Σύμβουλος. Το τράνταγμα που προκαλεί το εν εξελίξει U-turn ας μη πάει χαμένο…

ΙΙΙ. Αυτό το U-turn δεν θα είναι στιγμιαίο ούτε χωρίς στάδια και φάσεις. Ο δρόμος είναι μακρύς και ευκαιρίες θα υπάρξουν. Ας μην απογοητευόμαστε επειδή προς το παρόν είμαστε φωνή βοώντος εν τη ερήμω. Things change. Αρκεί να βάλουμε το μυαλό μας να δουλέψει και να μην αρκούμαστε να τρέχουμε πάνω-κάτω σαν παλαβοί.



Η εικόνα από το babybird.wordpress.com

Τρίτη 20 Απριλίου 2010

Θλιβερές συγκρίσεις…


Χθες το ρίξαμε στην τηλεόραση. Ειδήσεις πρώτα. Μετά από το απαραίτητο zapping στην αρχή, αράξαμε στο Alter όταν είδαμε την Κανέλλη σε ρόλο επίτιμου προσκεκλημένου. Στη συνέχεια, για δύο ώρες Σκάϊ: Συνέντευξη-ποταμός του Βγενόπουλου εφ’ όλης της ύλης —πλήν Παναθηναϊκού. Τέλος, Mega και Πρετεντέρης με πολυπληθείς προσκεκλημένους μεταξύ των οποίων και ο Παπαδημούλης. Το θέμα που κυριάρχησε, φυσικά, η οικονομική κρίση. Τι είδαμε εκεί;

Ας ξεκινήσουμε από τους δικούς μας. Είδαμε μια Κανέλλη με τη γνωστή επαναστατική διάθεση (που συχνά όμως μας θυμίζει υστερική κρίση, αν και χθες, για να είμαστε ειλικρινείς, ήταν κάπως συμμαζεμένη) να επαναλαμβάνει για 927η φορά τα δεινά που θα επισυμβούν στη χώρα άμα τη ελεύσει του ΔΝΤ. Πράγματα δηλαδή που ο πολύς κόσμος, άσχετα αν στην πλειοψηφία του δεν κατέχει Χριστό από το πώς ακριβώς δουλεύει το σύστημα του Ταμείου (ένα είναι το Ταμείο!), τα έχει εμπεδώσει μέχρι εμετού. Και ακούσαμε να μας λέει ότι το κλειδί στην όλη ιστορία είναι να κατέβει ένα εκατομμύριο κόσμος στους δρόμους. Αν κατεβεί, τη γλυτώσαμε. Αν όχι, μαύρο φίδι που μας έφαγε. Εκείνο που παρέλειψε να μας πει είναι πώς ακριβώς θα κατεβεί ένα εκατομμύριο κόσμος στους δρόμους. Μέσα από ποιες διεργασίες και κυρίως με ποιο προορισμό! Να μη πάνε στο ΔΝΤ, σύμφωνοι. Να πάνε πού; Φαίνεται ότι, για την αγαπητή Λιάνα, όταν μιλάμε για το Κόμμα της πρωτοπορίας, εννοούμε ότι το Κόμμα προπορεύεται στις πορείες, χωρίς όμως να μπαίνει και στον κόπο να τις χαράξει! Ωραία «πρωτοπορία»! Ωραία και πάνω απ’ όλα βολική…

Να αφήσουμε τη Λιάνα και να πάμε στον Δημήτρη τον Παπαδημούλη. Δεν πολυμίλησε είναι αλήθεια, οι προσκεκλημένοι ήταν πολλοί και ο ίδιος δεν συνηθίζει να υφαρπάζει τον λόγο. Όμως κάποια στιγμή τον ακούσαμε να περιγράφει κι αυτός τις Δέκα Πληγές του Φαραώ που έχουν περάσει ήδη τα σύνορα και οσονούπω θα επιπέσουν επί των κεφαλών μας. Τα είπε ωραία και γλαφυρά, ασορτί θα έλεγε κανείς με την ωραία γραβάτα του[1]. Μέχρι που, κάποια στιγμή, ο αμείλικτος Πρετεντέρης τον έκοψε για να τον ρωτήσει «καλά όλα αυτά, αλλά λεφτά πού θα βρούμε;». Κι εκεί ο συμπαθής Δημήτρης έκανε την επανάστασή του και δήλωσε κόκκινος (ελαφρά) από την αγανάκτηση: «Δεν είμαι μάντης κ. Πρετεντέρη»! Και τα είπε αυτά ποιος παρακαλούμε; Τα είπε αυτά το ηγετικό στέλεχος εκείνου του ρεύματος της Αριστεράς που υποστηρίζει εδώ και χρόνια τη στρατηγική της προγραμματικής αντιπολίτευσης! Τη στρατηγική της εκπόνησης συγκεκριμένων προτάσεων για συγκεκριμένα προβλήματα! Μάνα γιατί μας γέννησες αριστερούς!

Στο ενδιάμεσο παρακολουθήσαμε τη συνέντευξη του Βγενό. Μίλησε για πολλά, για την οικονομική κρίση, για το πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης του ΠΑΣΟΚ (το έκανε φέτες με συνοπτικές διαδικασίες, εγχείρημα όχι και ιδιαίτερα δύσκολο, μεταξύ μας…), για την επερχόμενη ύφεση. Εννοείται πως μίλησε όπως θα μίλαγε ένας εκπρόσωπος του κεφαλαίου. Με τη μόνη διαφορά ότι δεν μίλησε όπως θα μίλαγε ένας ανόητος. Μίλησε όπως μόνο αυτός που έχει την ευφυΐα να κατανοήσει σε βάθος την κατάσταση θα το έκανε. Και αποδίδουμε απλώς σε αντιπαναθηναϊκά αισθήματα το γεγονός ότι σήμερα δεν του αφιέρωσαν post τα ξαδέρφια μας οι g700 ή ο κατά το ήμισυ σύντροφος Left Liberal. Φυσικά, ο Βγενόπουλος δεν δυσκολεύτηκε να κλέψει την παράσταση και να πείσει, όπως είχαμε την ευκαιρία να διαπιστώσουμε σήμερα σε ένα πρόχειρο, δικό μας γκάλοπ…

Είναι κοινότοπο αλλά είναι μια από τις κοινοτοπίες που πρέπει να λέγονται σταθερά και όσο γίνεται πιο καθαρά: Η Αριστερά δεν έχει στρατηγική πρόταση για την κρίση. Δεν ξέρουμε ποια είναι η κύρια αιτία από τις πολλές που μπορούν να καταγραφούν. Είναι η ανεπάρκεια των προσώπων; Είναι ή έλλειψη θάρρους που καταλήγει σε στρουθοκαμηλισμό; Είναι η εσωτερική παραίτηση από τα μεγάλα και δύσκολα για τα οποία φαίνεται πως έχει έρθει η ώρα, αλλά, όπως συμβαίνει πάντα με την ώρα που έρχεται, δεν είναι συνήθως για εκδρομή, αλλά για εκστρατεία; Είναι όλα αυτά μαζί; Ας αφήσουμε τις αναλύσεις για αργότερα. Ας εστιάσουμε στο κύριο που αποκαλύπτει η συγκυρία: Η Αριστερά δεν έχει στρατηγική για την αντιμετώπιση της κρίσης. Δεν ωφελεί να το προσπερνούμε ως νέο που πάλιωσε, δεν ωφελεί να το κρύβουμε κάτω απ’ το χαλί, δεν ωφελεί να παραφράζουμε τον Κένεντι και να λέμε «μη ρωτάς τι κάνει η Αριστερά για σένα, ρώτα τι κάνεις εσύ για την Αριστερά», όπως περίπου λέει σήμερα η φίλη Πεντανόστιμη.

Η μάλλον, αυτό το τελευταίο ας το κρατήσουμε. Αλλά ας το γυρίσουμε τούμπα, επεκτείνοντάς το μέχρι εκεί που θα δυσαρεστήσει τα ηγετικά κλιμάκια της πολιτικά οργανωμένης Αριστεράς και θα τους φέρει ξινίλες στα μούτρα και στο στομάχι:

Ναι, να κάνουμε εμείς για την Αριστερά! Αλλά, μέσα σ’ αυτό το ‘να κάνουμε’ να συμπεριλάβουμε και την υποχρέωσή μας να χτυπήσουμε το καμπανάκι όσο γίνεται πιο δυνατά. Όσο γίνεται πιο δυνατά μπας και το ακούσουν οι καπετάνιοι μας, πολλοί από τους οποίους είναι του γλυκού νερού, για να μη πούμε της μπανιέρας.

Από εκεί και πέρα, ας αναλάβουν τις ευθύνες τους. Μπορούν; Καλώς! Αν όχι, ας πάνε σπίτι τους· ας αποσυρθούνε στο εξοχικό τους να το παίξουν Κιγκινάτοι· ας αφοσιωθούν στη συγγραφή των απομνημονευμάτων τους (ακόμα κι αν έχουν τα μισά χρόνια του Κύρκου). Ας πάνε για ψάρεμα βρε αδερφέ!

Ο πόλεμος θέσεων (τους) έχει μπει σε άλλη φάση· ο αέρας μυρίζει μπαρούτι. Και κιβώτιο άδειο δεν ξανακουβαλάμε!



[1] Για να τα λέμε όλα, τώρα που γράφουμε δεν είμαστε σίγουροι ότι φόραγε γραβάτα. Κι έτσι να είναι όμως, πάλι για να τα λέμε όλα, νομίζουμε ότι του έλειπε…


Η εικόνα είναι από το neatnik2009.wordpress.com

Κυριακή 18 Απριλίου 2010

(Καν)Ένα είναι το Κόμμα;


Παρατηρούμε με χαμόγελο, άλλοτε σαρδόνιο και συχνότερα πικρό, την αντικομματική ρητορεία να φουντώνει στο διαδίκτυο. Δηλαδή στο προνομιακό πεδίο αφ’ εν’ ενός των μικροαστικών στρωμάτων, παλιών και κυρίως νέων, σύμφωνα με τη βάσιμη ανάλυση του Πουλαντζά[1] και αφ’ ετέρου της διανόησης. Δεδομένης της προοδευτικής —με όσους αστερίσκους σηκώνει ο όρος— πλειοψηφίας που «κυβερνά» στην επικράτεια της ψηφιακής δημοκρατίας, το καμπανάκι χτυπάει κυρίως για τα κόμματα της Αριστεράς.

Έννοιες και όροι όπως ‘αυτονομία’, ‘ανεξαρτησία γνώμης’, ‘αυτοοργάνωση’, ‘αυθορμησία’, ‘δικτύωση’ γίνονται φλογερές σημαίες κατά της πολιτικής οργάνωσης της Αριστεράς —ή μάλλον «αριστεράς», όπως συχνότερα αναγράφεται— συλλήβδην. Με δεδομένη την υστέρηση των αριστερών κομμάτων και οργανώσεων όλη αυτή η ρητορεία ακούγεται λογική, σχεδόν αυταπόδεικτα ισχύουσα, κάτι σαν τα σύννεφα ή τα φανάρια της τροχαίας.

Φυσικά δεν είναι έτσι! Και θα αρκούσε, ίσως, να αναφέρει κανείς εδώ ότι, μόλις εξατμιστούν οι πρώτοι ενθουσιασμοί, η μόνιμη και σταθερή επωδός των ανθρώπων που αθροίζονται εθελοντικά και αυθόρμητα γύρω από έναν κοινό σκοπό, διατηρώντας όμως απόσταση «ασφαλείας» από τα «γελοία αριστερά κομματόσκυλα» είναι, καθόλου αξιοπερίεργα, αυτό το «να οργανωθούμε παιδιά»! Δηλαδή, αυτό ακριβώς που κάποτε, πολύ παλιότερα ή πιο πρόσφατα, είπαν κάποιοι άλλοι άνθρωποι και αποφάσισαν να οργανωθούν σε πολιτικά κόμματα ή οργανώσεις!

Δεν είναι δύσκολο εδώ να διακρίνουμε την αυταπάτη των ανθρώπων που νομίζουν ότι τραβώντας μια γραμμή στο μυαλό τους και κόβοντας τις γέφυρες με το παλιό και φθαρμένο, δημιουργούν κάτι άλλο που είναι δήθεν απρόσβλητο από τα μικρόβια της γραφειοκρατικοποίησης, της ιεραρχικής δομής, ή της αναπαραγωγής ενός κλειστού συστήματος. Και είναι πραγματικά εντυπωσιακό πώς αυτή η λογική παρακάμπτει την απλή σκέψη της επέμβασης σε αυτό που ήδη υπάρχει με σκοπό τη μετάλλαξή του και προτιμά την απόσυρση σε ένα «θαυμαστό καινούργιο κόσμο» ο οποίος όμως, φευ, υπάρχει μόνο στη σφαίρα της φαντασίας!

Φυσικά, σημαιοφόροι σ’ αυτή την πορεία στα τυφλά είναι ένα σημαντικό κομμάτι της αριστερής διανόησης που επικυρώνει και ενθαρρύνει με το λόγο της —λόγο γνώσεως— τις μικροαστικές ονειροφαντασίες. Είναι αυτοί που αναλαμβάνουν τις μεγαλύτερες ευθύνες για τις οποίες ασφαλώς έχουν κι εκείνοι, όπως όλοι μας, το ελαφρυντικό της απελπισίας και της σύγχυσης. Μόνο που, σε μαύρους καιρούς όπως αυτοί που έρχονται, το δικαστήριο της Ιστορίας προσπερνάει με κάποια σχετική απάθεια αυτά τα ελαφρυντικά…

Κοινωνική Αριστερά εναντίον πολιτικής Αριστεράς; Όπως λέμε Άγγελοι εναντίον Διαβόλων; Όπως λέμε Παράδεισος και Κόλαση;

Μα δεν το έχουμε μάθει ακόμα ότι η Κόλαση δεν είναι οι άλλοι;



[1] Πολύ συνοπτικά: Παλιά (ή παραδοσιακή): μικρή παραγωγή και ιδιοκτησία. Νέα: μισθωτοί, μη παραγωγικά εργαζόμενοι.


Η photo από το morethancoping.wordpress.com

Τετάρτη 14 Απριλίου 2010

Υπόθεση εργασίας


Ας υποθέσουμε ότι σε λίγες ώρες από τώρα, ακριβώς από τα μεσάνυχτα, με ένα μαγικό τρόπο η χώρα αποκτά κυβέρνηση Αριστεράς. Τι θα κάνει αμέσως μετά την ορκωμοσία της με δεδομένη την οικονομική συγκυρία που ζούμε εδώ και κάποιους μήνες;

Λογικά, σύμφωνα όχι με την αριστερή λογική, αλλά την κοινή σε όλους τους ανθρώπους ανεξαρτήτως πολιτικών πεποιθήσεων, το πρώτο πράγμα που θα κάνει θα είναι να καταγράψει όλα τα πιθανά σενάρια που έχει στη διάθεσή της για να διαχειριστεί άμεσα την κατάσταση, ξέροντας όμως ότι η απαλλαγή της χώρας από το χρέος υπό τις παρούσες παγκόσμιες συνθήκες απεριόριστης ελευθερίας για το κεφάλαιο δεν είναι εφικτή. Νομίζουμε ότι στο τέλος της καταγραφής, με βάση όσα έχουμε διαβάσει τις τελευταίες βδομάδες ο κατάλογος θα διαμορφωνόταν κάπως έτσι:

Α. Υιοθέτηση της μέχρι τώρα επίσημης τουλάχιστον κυβερνητικής στάσης «περιμένουμε να ηρεμήσουν οι αγορές».

Β. Αξιοποίηση εδώ και τώρα του πακέτου ΕΕ και ΔΝΤ ως είχε μέχρι χθες.

Γ. Έναρξη άμεσων συνομιλιών με την ΕΕ για τη βελτίωση του πακέτου και την ακύρωση της συμμετοχής του ΔΝΤ σ’ αυτό.

Δ. Έξοδος από τη ζώνη του ευρώ, μεγάλη υποτίμηση της δραχμής, επαναδιαπραγμάτευση του χρέους (συμπεριλαμβανομένου και του αιτήματος μερικής διαγραφής του), ακύρωση των μέτρων λιτότητας της κυβέρνησης Παπανδρέου, εθνικοποίηση του μεγαλύτερου τμήματος του τραπεζικού συστήματος και έλεγχος της κίνησης κεφαλαίων.

Ε. Το Δ με τη διαφορά ότι η επαναδιαπραγμάτευση θα αντικατασταθεί από την κήρυξη στάσης πληρωμών.

Πού θα κατέληγε αυτή η υποθετική αριστερή κυβέρνηση; Είναι τόσες πολλές οι απόψεις που έχουν ακουστεί και είναι τόσα πολλά τα ερωτήματα που προκύπτουν από κάθε μια, ώστε, για τα δικά μας «κιλά» τουλάχιστον, είναι αδύνατη οποιαδήποτε πρόβλεψη.

Και είναι τόσο μεγάλη η έλλειψη διαλόγου εντός των διαφόρων τμημάτων της που δεν νομίζουμε ότι θα βγάλουμε και άκρη στο άμεσο μέλλον.

Έχει πει ο Ζίζεκ (περίπου): «Ας σταματήσουμε να προσπαθούμε σώνει και ντε να κάνουμε οπωσδήποτε κάτι. Για μια φορά ας μη κάνουμε τίποτα εκτός από το να σκεφτούμε».

Ναι, αλλά τι;

ΥΓ (17.IV.2010, 4.14 μμ): Να σκεφτούμε τι να σκεφτούμε.



Η photo από το alvalentine.wordpress.com

Τρίτη 13 Απριλίου 2010

Το Πεντανόστιμο άλας της Αριστεράς και…


Πριν από κανα μήνα περίπου επικρίναμε με σφοδρότητα ένα δημοσίευμα της εφημερίδας «Δρόμος». Αποδείχθηκε εκ των υστέρων[1] ότι το δημοσίευμα είχε γραφτεί δια χειρός της Πεντανόστιμης που, μαζί με τη Cynical, είναι ιδρυτικό μέλος του youpayyourcrisis.blogspot.com.

Παρά το γεγονός ότι η κριτική μας απευθυνόταν στην εφημερίδα (και εστιαζόταν σε μια ορισμένη αντίληψη που αφορά βέβαια όχι μόνο στον χώρο τον οποίο εκφράζει ο «Δρόμος»), σ’ αυτήν, θέλαμε δεν θέλαμε, εμπλεκόταν και η συντάκτρια του κειμένου που, εν αγνοία μας καθώς ήδη είπαμε, ήταν η Πεντανόστιμη.

Όπως πάλι αποδείχθηκε, το γεγονός αυτό την άφησε παγερά αδιάφορη και έσπευσε μέσα στα ξημερώματα να εξηγήσει με απόλυτα νηφάλιο σχόλιο το σκεπτικό της και τη «φιλοσοφία» της στήλης της οποίας έχει την ευθύνη (σημειωτέο, αφιλοκερδώς, όπως σε κατοπινές ιντερνετικές συζητήσεις μας είπε). Δώσαμε κι εμείς τις δικές μας εξηγήσεις και το ζήτημα ετέθη στο αρχείο.

Φαίνεται όμως ότι η παγερότητα με την οποία η Πεντανόστιμη προσπέρασε τη σκληρότητα της κριτικής μας ξεπέρασε τα συνήθη όρια. Γιατί λίγες μέρες πριν το Πάσχα ανακαλύψαμε ότι —προφανώς μετά τη διαδικτυακή «γνωριμία» μας— έχει προσθέσει το blog μας στη «Λίστα ιστολογίων» της. Την ευχαριστήσαμε όπως οφείλαμε, αλλά, φυσικά, δεν θεωρήσαμε ότι ήταν το μόνο που αρκούσε να κάνουμε. Νιώσαμε ότι έπρεπε να το κάνουμε θέμα. Όχι γιατί είμαστε μαθημένοι αλλιώς (δηλαδή σε «πόρτες», άλλοτε κεντροαριστερά «ευγενείς», άλλοτε leftliberally σιωπηρές κι άλλοτε αριστερά «αποφασιστικές» —ενίοτε και σε αντιεθνολαϊκιστικά ακαριαίες διαγραφές από λίστες ιστολογίων…). Αλλά γιατί τέτοιες συμπεριφορές, τόσο γενναίες απέναντι στην κριτική —αλλά και τόσο αραιά συναντώμενες στην Αριστερά— δεν πρέπει να μένουν θαμμένες στα ψιλά γράμματα ενός ευχαριστήριου σχολίου…

Δεν ξέρουμε πώς σκέφτηκε η Πεντανόστιμη και υποδέχθηκε την κριτική μας όπως την υποδέχθηκε. Δεν είμαστε ψυχολόγοι και μάλιστα εξ αποστάσεως, ούτε προφήτες. Εκείνο που ξέρουμε όμως είναι ότι, όπως όλοι οι άνθρωποι, θα ένιωσε δυσάρεστα όταν τη διάβασε. Πολύ περισσότερο επειδή η κριτική ήταν σφοδρή με σκληρά και απόλυτα λόγια. Και ποια είναι η πρώτη, ενστικτώδης αντίδραση ενός ανθρώπου όταν νιώθει δυσάρεστα; «Παρελθέτω απ’ εμού το ποτήριον τούτο», αυτή είναι! Πώς θα μπορούσε να αντιπαρέλθει την ουσία της κριτικής μας η Πεντανόστιμη; Piece of cake!

Θα μπορούσε να οχυρωθεί πίσω από το ύφος της κριτικής μας, να το μετατρέψει σε αντίστοιχο ήθος και να μας κατηγορήσει για ανάρμοστη συμπεριφορά, εξοντωτική πρόθεση ή και διαδικτυακό bullying! Τι είχε να φοβηθεί, από τη στιγμή μάλιστα που κοτζαμάν καθηγητές Πανεπιστημίου ή «ανεξάρτητα» leftliberal πνεύματα έχουν δείξει το δρόμο;

Θα μπορούσε, αλλά δεν το έκανε. Αντίθετα έπραξε όπως έπραξε.

Εμείς νιώθουμε υπερηφάνεια που η Πεντανόστιμη βρίσκεται μαζί μας στην Αριστερά. Κάτι περισσότερο: νιώθουμε τιμή. Και από αυτό το ελάχιστο βήμα που διαθέτουμε θέλουμε να της στείλουμε τους πιο εγκάρδιους, συντροφικούς χαιρετισμούς· μαζί και μια ευχή: Να χαμογελάει πάντα έτσι καθαρά και πλατιά όπως τη βλέπουμε να χαμογελάει στη φωτογραφία της!...

…οι πατρικίες της αριστερής μικροεξουσίας

Κανονικά, το σημερινό σημείωμα δεν θα είχε δεύτερο κεφάλαιο και θα τελείωνε στην προηγούμενη παράγραφο. Αυτό το ‘κανονικά’ όμως διαταράχθηκε από μια άλλη «κανονικότητα»…

Κατά σατανική σύμπτωση, στο τελευταίο (Σάββατο, 10 Απριλίου) τεύχος του «Δρόμου», της εφημερίδας στην οποία γράφει η Πεντανόστιμη, διαβάσαμε στη σελίδα 29 που είναι αφιερωμένη στον διάλογο μια απάντηση σε επικριτική για παλαιότερο άρθρο της εφημερίδας επιστολή η οποία δημοσιεύτηκε στην «Εποχή» της προηγούμενης εβδομάδας (Σάββατο, 3 Απριλίου, σελ. 30). Ανατρέξαμε στο αρχείο μας και ξαναθυμηθήκαμε τα γεγονότα.

Δεν υπάρχει κανένας λόγος να σας τα μεταφέρουμε, ούτε καν συνοπτικά. Για τον απλούστατο λόγο ότι η απάντηση στην επικριτική επιστολή της «Εποχής» δομήθηκε[2] με σημείο αιχμής την ικανότητα των δύο γυναικών επιστολογράφων να γράψουν τις σκέψεις τους συντεταγμένα —δηλαδή σύμφωνα με τους κανόνες του …συντακτικού— και υλοποιήθηκε με αφόρητα μικρόψυχο και ανάλγητα ανθρωποφαγικό τρόπο.

Διαβάσαμε την επιστολή που δημοσίευσε η «Εποχή». Ήταν όντως ασύντακτη και ασαφής σε πολλά σημεία. Και λοιπόν; Είναι αυτό σημείο αντικριτικής και μάλιστα ‘ξεσκιστικής’ στην κριτική; Από αριστερό άνθρωπο σε αριστερούς ανθρώπους; Ο οποίος άνθρωπος (συμπτωματικά κι αυτός γυναίκα και, ίσως καθόλου συμπτωματικά, ούτε καν ο επικρινόμενος συντάκτης του άρθρου), έφτασε στο σημείο να συνδέει τις συντακτικές αδυναμίες των επιστολογράφων με τους νέους που «απομνημονεύ[αμε] εκθέσεις φροντιστηριάδων προ των εισαγωγικών εξετάσεων» και να ζητήσει στο τέλος με ύφος (και όχι μόνο) πατρικίας απευθυνόμενης σε πληβείους να τους (σ.σ.: ποιους;) «απαλλάξου[με] από τις ανυπέρβλητες ακυρολεξίες [μας]»; Δηλαδή, αν η Αριστερά αποκτήσει τα κλειδιά της Εξουσίας, έτσι θα απαντάει στην κριτική των ανθρώπων; Θα προσπαθεί να απαξιώνει την κριτική τους, να τη βγάζει άχρηστη, κρυπτόμενη πίσω από την όποια αδυναμία τους να εκφράσουν τις σκέψεις τους με σαφήνεια (όχι όμως σε τέτοιο βαθμό ώστε να μη τις καταλαβαίνει); Και στο τέλος θα τους λέει να σωπαίνουν επειδή δεν ...κυριολεκτούν;! Για τέτοια Αριστερά αγωνιζόμαστε, που να μας πάρει και να μας σηκώσει κι ο Μαρξ κι ο Λένιν κι όλοι όσοι φωτίζουν(;) το δρόμο μας;

Είναι προφανές πως όχι. Και να πούμε εδώ, πάλι από αυτό το ελάχιστο βήμα, πως περιφρονούμε απέραντα τέτοιες πρακτικές. Όχι τους ανθρώπους που τις εκφράζουν —να το γράψουμε για να μη πλακώσουν οι διάφοροι «καλοθελητάδες». Τις αντιλήψεις. Στις οποίες δεν είναι δύσκολο να ανιχνεύσει κανείς την αλαζονεία της εξουσίας, αλαζονεία που γίνεται ακόμα πιο αφόρητη, αν αναλογιστεί ότι πηγάζει από μια ελάχιστη στην πραγματικότητα μικροεξουσία…

Επίλογος

Καθώς δεν είμαστε από αυτούς που είναι πρόθυμοι να στρατευθούν παρά μόνο με την προϋπόθεση ότι τα πάντα είναι αγγελικά πλασμένα, δεν χάνουμε την πίστη μας από τα καμώματα των πατρικίων (αμφοτέρων των φύλων). Και, με τη βοήθεια και της Πεντανόστιμης, δεν χάνουμε ούτε την ελπίδα μας. Ως απόδειξη γι’ αυτό, αλλά και ως απόδειξη ότι τίποτα το προσωπικό δεν περιέχει η κριτική μας, η τωρινή όπως και όλες, κλείνουμε το σημερινό μας post με ένα τραγούδι που το αφιερώνουμε τόσο στην Πεντανόστιμη, όσο και στην …πατρικία.

Έξυπνα κορίτσια είναι, θα καταλάβουν ποια λόγια αφορούν σε κάθε μια. Μόνο, για να μη γίνει κανένα μπέρδεμα εξ αιτίας των παραπλήσιων εννοιών, ο τίτλος του τραγουδιού και το φώς που εκπέμπει (σ’ εμάς φαίνεται πολύχρωμο) είναι, αυστηρά και μόνο, για την Πεντανόστιμη. Και το ζεϊμπέκικο που χορεύουμε τώρα, κι αυτό για πάρτη της είναι!...

Μιλημένα, ξηγημένα!



[1] Θα διατυπώναμε την κριτική μας όπως τη διατυπώσαμε, αν ξέραμε ότι η συντάκτρια είναι η Πεντανόστιμη; Όχι βέβαια! Το περιεχόμενο θα ήταν το ίδιο, όχι όμως και η μορφή. Δεν είμαστε φορμαλιστές, ούτε πιστεύουμε στην απόλυτη ταύτιση μορφής και περιεχομένου...

[2] Είναι χαρακτηριστικό ότι αυτή η δόμηση αποτυπώνεται με τον πιο εύγλωττο τρόπο ακόμα και στον τίτλο του άρθρου: «Φεμινιστική απάντηση σε ‘‘έμφυλες’’ ασυνταξίες» (τα bold δικά μας).


Η φωτογραφία είναι από το lamiafc.blogspot.com


Παρασκευή 9 Απριλίου 2010

Μπορεί να αναστηθεί η Αριστερά; 10 βασικές προϋποθέσεις.


Μέρες αναστάσιμες που ’ναι, ας μιλήσουμε για την Ανάσταση της Αριστεράς. Αυτό είναι πιθανό να κάνει τον φίλο αναγνώστη Μανώλη Κ. από τα Πατήσια να μας ξεγράψει οριστικά, χωρίς αυτή τη φορά να μπει στον κόπο να μας το πει καν. Θα το διακινδυνεύσουμε παρ’ όλο που λίγα πράγματα είναι χειρότερα για ένα αριστερό blog από το να χάνει οριστικά έναν αναγνώστη· έστω και έναν αναγνώστη! Ιδίως όταν ανήκει στη γενιά μας, αυτή τη χαμένη (προς το παρόν;) γενιά για την Αριστερά. Θα το διακινδυνεύσουμε, όχι επειδή αδιαφορούμε για την ανάγκη του, αλλά επειδή θεωρούμε κρίσιμο να καταλάβει πως όσο αλήθεια είναι ότι για να προσελκύσει η Αριστερά τους εργαζόμενους που σήμερα ωθούνται βάναυσα ακόμα πιο κάτω στην κοινωνική σκάλα πρέπει να ασχοληθεί με τα προβλήματά τους, άλλο τόσο είναι αλήθεια ότι για να το κάνει αυτό αποτελεσματικά —δηλαδή με όρους πολιτικής και όχι «ανθρωπισμού» γενικά, αόριστα και βολικά— πρέπει να ασχοληθεί και με τα δικά της αδύνατα σημεία, μειώνοντας ή και εξαλείφοντας τα πιο κρίσιμα. Γιατί η Αριστερά ούτε μπορεί ούτε πρέπει να ταυτιστεί με το συνδικαλιστικό κίνημα περιοριζόμενη στα όριά που αυτό έχει κι απ’ την άλλη είναι παράλογο, για να μη πούμε κωμικό, να αρκείται στο να συμπεριλαμβάνεται στον κατάλογο των κομμάτων που υποβάλλεται κάθε φορά στον Άρειο Πάγο, λίγες μέρες πριν τις κοινοβουλευτικές εκλογές για να ελέγξει το νομότυπο της συμμετοχής τους. Η Αριστερά, τουλάχιστον όπως το καταλαβαίνουμε εμείς, δεν έχει άλλο λόγο ύπαρξης εκτός από το ωθήσει τα πράγματα μέχρι τη ριζική κοινωνική αλλαγή. Κι αυτό κάνει μια μικρή-τεράστια διαφορά με οποιαδήποτε άλλη πολιτική δύναμη, διαφορά που την υποχρεώνει να μην ξεχνά —κατά τη μεταφορική αλλά εύστοχη διατύπωση του Ρεζίς Ντεμπρέ[1]— ότι στην πολιτική πρέπει να ονειρεύεσαι μεγάλες λεωφόρους για να μπορείς να κάνεις μικρά βήματα. Ή, μ’ άλλα λόγια —για να κάνουμε κι εμείς τη μεταφορά μας, αφού η διατύπωση του Ρεζίς μας έκανε να «ζηλέψουμε»— πρέπει η Αριστερά να θεωρεί σταθερή της επιδίωξη το να μοιάσει στους μεγάλους επιτελικούς παίκτες ποδοσφαίρου οι οποίοι, ακόμα και στριμωγμένοι από τους αντιπάλους τους στη γωνία του κόρνερ, δεν παραλείπουν ποτέ να σηκώνουν το κεφάλι τους από τη μπάλα για να δουν όλο το γήπεδο…

Με αυτές τις σκέψεις λοιπόν στο μυαλό μας και όσο αυτό μας επιτρέπει, προσπαθήσαμε να καταγράψουμε συνοπτικά τις βασικές προϋποθέσεις που για μας είναι απαραίτητες για την Ανάσταση[2] της Αριστεράς στην Ελλάδα —αν και μερικές νομίζουμε ότι έχουν γενικότερη σημασία.

Ι. Να συνειδητοποιήσει ότι βρίσκεται στον …τάφο!

Ας γίνουμε πιο μετριοπαθείς και ακριβείς: βρίσκεται στο χείλος του τάφου. Βέβαια, για να τα λέμε όλα, αυτό μπορεί να ειπωθεί για την Ελλάδα, άντε και την Πορτογαλία, τη Γαλλία, τη Γερμανία και την Ολλανδία. Σε μια σειρά από χώρες —της Ευρώπης για να μη πάμε παραπέρα— με πρώτη και καλύτερη την Ιταλία, βρίσκεται όντως στον τάφο. (Ποιά;! Την Ιταλία! Την πάλαι ποτέ ένδοξη Ιταλία με το μαζικότερο Κομμουνιστικό Κόμμα!...).

Τι εννοούμε όταν λέμε ότι βρίσκεται «στο χείλος του τάφου»; Εννοούμε, κοντολογίς, ότι δεν αρέσει και, πολύ περισσότερο, δεν γοητεύει πια τον πολύ κόσμο —ο κόσμος, τα μεγάλα πλήθη δεν είναι αυτό που δίνει νόημα ύπαρξης στην Αριστερά; Αυτό οφείλεται σε πολλούς λόγους[3] που η Αριστερά πρέπει όχι μόνο να εντοπίσει (αυτό το έχει κάνει σε ικανοποιητικό βαθμό), αλλά και να μελετήσει εξονυχιστικά. Πράγμα που αποκλείει εξ ορισμού τη σπασμωδικότητα και τις «προφανείς» λύσεις, είτε των «στοχαστικών προσαρμογών», είτε των «επαναστατικών εγερτηρίων σαλπισμάτων».

ΙΙ. Να ορίσει τον εαυτό της

Αυτό θα ακουστεί, ίσως, σαν αφόρητη κοινοτοπία: «Φτιάξατε blog για να αραδιάζετε τέτοιες “σοφίες”; Αυτά τα ξέρει κι η κουτσή Μαρία!».

Καλή η ατάκα, αλλά, δυστυχώς, δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Σε μια χώρα όπου τρομάζεις να συναντήσεις μη …αριστερούς, όπου ακόμα και ζωντανά προπύργια του φιλελευθερισμού (οικονομικού πρώτα και κύρια) σαν τον Νίκο Δήμου πλέκουν το εγκώμιο των αναρχικών(!), αλλά, διόλου παραδόξως, η Αριστερά αποδεικνύεται, αν όχι αισχρή πάντως ασθενέστατη μειοψηφία στις εγκυρότερες δημοσκοπήσεις, δηλαδή στις εκάστοτε εκλογές, είναι φανερό ότι η ραγδαία μετά το 1989 αποϊδεολογικοποίηση της Αριστεράς αντί να οδηγήσει στην προσδοκώμενη πολυσυλλεκτική ενδυνάμωσή της, συνετέλεσε σε μια απέραντη σύγχυση που εξαφανίζει στην ουσία την Αριστερά, όχι μέσω της καταστολής, αλλά μέσω της καρικατουρίστικης διάχυσής της σε όλους τους κοινωνικούς χώρους. Σε μία τέτοια κατάσταση όπου αποδεικνύεται ότι δεν είσαι πλέον διακριτός, επειδή πάρα πολλοί έχουν φορέσει μεν το πρόσωπό σου, αλλά μόνο ως προσωπείο, μετατρέποντας έτσι τον στίβο της πολιτικής σε ένα χορό μεταμφιεσμένων, το να ορίσεις ποιος είσαι είναι κάτι πολύ περισσότερο από ένα απλό ζήτημα «τάξεως»: είναι υπαρξιακό.

ΙΙΙ. Να βαδίσει μαζί

«Να βαδίσει»!... Δεν διαλέξαμε την έκφραση τυχαία. Το θέαμα των χωριστών διαδηλώσεων της Αριστεράς έχει ξεπεράσει ακόμα και το τελευταίο και πιο ελαστικό όριο της σοβαρότητας και έχει μπει για τα καλά στην περιοχή της μπουρλέσκ κωμωδίας. (Από μια άποψη είμαστε τυχεροί που δεν έχουμε πέσει ακόμα στο στόμα του Τράγκα, ειδικά γι’ αυτό το φαινόμενο). Και βέβαια συμβολίζει με τον πιο εύγλωττο τρόπο τη θλιβερή και εξοργιστική πια μυωπία της Αριστεράς με την οποία αυτή αντιμετωπίζει(;) το κατεπείγον ζήτημα του συντονισμού της στο πεδίο, κατ’ αρχήν, της δράσης, έστω και της ελάχιστης[4] όπως είναι η κοινή συμπόρευση σε μια διαδήλωση.

Εδώ, για να τα λέμε όλα, πρωταθλητής αναδεικνύεται το ΚΚΕ. (Φυσικά, δεν λείπουν ποτέ και τα εκκολαπτόμενα νέα ταλέντα που αποτελούν την καλύτερη εγγύηση για το λαμπρό μέλλον του «αθλήματος»…). Μια και συχνά στις διαδηλώσεις του εμφανίζονται ελληνικές σημαίες, θα θέλαμε να του θυμίσουμε δύο στροφές από τον «Ύμνο εις την Ελευθερίαν» του Σολωμού (είναι εύκολο να κάνει τις αντικαταστάσεις στα καθ’ ημάς):

146
»Ἀπὸ στόμα ὅπου φθονάει,
παλικάρια, ἂς μὴν ’πωθῇ,
πῶς τὸ χέρι σας κτυπάει
τοῦ ἀδελφοῦ τὴν κεφαλή.

147
»Μὴν εἰποῦν στὸ στοχασμό τους
τὰ ξένα ἔθνη ἀληθινά:
«Ἐὰν μισοῦνται ἀνάμεσό τους,
δὲν τοὺς πρέπει ἐλευθεριά».


ΙV. Να επεξεργαστεί ένα νέο Ιστορικό Συμβιβασμό

Φαίνεται να μη το έχει αντιληφθεί η Αριστερά, ή, για να ακριβολογήσουμε, ένα σημαντικό κομμάτι της: Ένα φάντασμα πλανιέται στη χώρα (κι όχι μόνο). Το φάντασμα ενός νέου εθνικού ζητήματος που εμφανίζεται με τις ποικίλες μορφές και χρώματα των κολασμένων της γης, των μεταναστών. Το μεταναστευτικό λοιπόν αποτελεί το νέο εθνικό ζήτημα των καιρών μας που, κοντόφθαλμα βλέποντας ίσως τα πράγματα, νομίζαμε ότι ανήκε στο παρελθόν. Και η Ιστορία έχει δείξει πως όταν τα ζητήματα που σχετίζονται με τις συλλογικότητες οι οποίες αντιστοιχούν στην τοπικότητα του κράτους-έθνους μπαίνουν ψηλά στην ατζέντα της καθημερινής πολιτικής, τα ζητήματα που έχουν να κάνουν με τις ταξικές πλευρές της μπαίνουν χαμηλά και συνήθως δεν συζητιούνται μια και σχεδόν πάντα ο χρόνος είναι περιορισμένος…

Αυτό καθιστά κατεπείγουσα ανάγκη την αντιμετώπιση του προβλήματος πράγμα που έχει γίνει καθολικά αντιληπτό εκ μέρους της Αριστεράς. Μόνο που οι όποιες στρατηγικές έχει ακολουθήσει μέχρι τώρα αποδεικνύονται ατελέσφορες για να ανακόψουν το ρεύμα ανησυχίας το οποίο καταλήγει σε όχι αμελητέο βαθμό να τροφοδοτεί κόμματα σαν το ΛΑΟΣ ή οργανώσεις σαν τη Χρυσή Αυγή…

Αισθανόμαστε ότι εδώ απαιτείται ένας Ιστορικός Συμβιβασμός. Ένας συμβιβασμός μεταξύ της ύψιστης για την Αριστερά αρχής της Ισότητας και της πάση θυσία επιδίωξης να μην απομονωθεί από τις μεγάλες πλειοψηφίες που της είναι απαραίτητες για το δικό της σχέδιο. Πράγμα που, για τους ακριβώς αντίστροφους σκοπούς, φαίνεται να έχει αντιληφθεί πολύ καθαρά ο Καρατζαφέρης —και μάλιστα, παρά το ότι οι δικές του φιλοδοξίες είναι πολύ μικρότερες από τη ριζική έως και επαναστατική αλλαγή της κοινωνίας προς όφελος των πολλών…

V. Να ξαναγίνει περισσότερο ταξική και λιγότερο πολιτισμική[5]

Η ανάδυση κατά τις τελευταίες τρεις δεκαετίες της πολυταυτοτικής πλευράς της ανθρώπινης συγκρότησης, στις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες τουλάχιστον, έχει εμπλέξει μοιραία —και σωστά— και την Αριστερά στη σχετική συζήτηση. Μας φαίνεται όμως ότι όχι μόνο την έχει εμπλέξει, αλλά και την έχει …μπλέξει. Καταλήγουμε να πιστεύουμε ότι αυτό συμβαίνει —όπου και στην έκταση που συμβαίνει— επειδή κάπου στη διαδρομή όλων αυτών των διερευνήσεων ξεχάστηκε ότι εκείνο που παρεμβαίνει αποφασιστικά σε τελική ανάλυση στη συγκρότηση των υποκειμένων είναι το στοιχείο της ταξικής θέσης η οποία, με τη σειρά της, μας φέρνει μπροστά στο «μπανάλ» πρόβλημα των παραγωγικών σχέσεων. (Αξίζει να θυμίσουμε εδώ σε όσους το λησμονούν ότι, «συμπτωματικά», η πρωταρχική αριστερή Υπόσχεση «τυχαίνει» να είναι η απελευθέρωση από τα δεσμά των παραγωγικών σχέσεων του καπιταλισμού, δεσμά των οποίων η σκληρότητα συναρτάται με τον καταμερισμό της εργασίας…).

Αυτή η παράλειψη οδήγησε στην εγκατάλειψη των προτεραιοτήτων με αποτέλεσμα η κοινωνική (ταξική) ταυτότητα που προκύπτει αντικειμενικά (αλλά πρέπει να συνειδητοποιηθεί υποκειμενικά) από τη θέση την οποία καταλαμβάνει κάποιος στην καπιταλιστική παραγωγική μηχανή, να είναι απλώς μια από τις ταυτότητες που έχει στη διάθεσή του για να επιλέξει. Έτσι όμως το πράγμα μπορεί να καταλήξει άσχημα· λόγου χάρη, κάπως έτσι:

«Τι είστε εσείς;». «Εγώ είμαι κομμουνιστής». «Α, χάρηκα πολύ! Εγώ είμαι gay. Κι έχω κι έναν ξάδερφο που είναι φόλα Ολυμπιακός!»…

VΙ. Να υπερβεί το Μεγάλο Σχίσμα του 1914

Έχει περάσει σχεδόν ένας αιώνας από τη διάσπαση της ενιαίας Σοσιαλδημοκρατίας που οριστικοποίησε ο Μεγάλος Πόλεμος του 1914 και σφράγισε η ίδρυση της 3ης Διεθνούς το 1919. Στις δεκαετίες που πέρασαν τα γεγονότα απέδειξαν αδιάσειστα ότι τα σχέδια και των δύο πτερύγων απέτυχαν, αν και, βέβαια, για διαφορετικής βαρύτητας λόγους το καθένα. Το μεν κομμουνιστικό γιατί απέτυχε να θεμελιώσει ένα βιώσιμο καθεστώς ισότητας, το δε σοσιαλδημοκρατικό επειδή ενσωματώθηκε στο καπιταλιστικό σύστημα ως, απλώς, η αριστερή πτέρυγά του.

Εμάς, αυτά τα ερείπια της Ιστορίας μάς φαίνονται σχεδόν ειδυλλιακό μέρος για ένα νέο ραντεβού. Όχι υποχρεωτικά με σκοπό την ένωσή τους «εις σάρκαν μίαν». Αλλά με σκοπό, κατ’ αρχήν, την αναχαίτιση της πορείας που οδηγεί την τάξη των εργαζομένων στην κατάσταση στην οποία βρισκόντουσαν τον 19ο αιώνα!

Ποιος έχει την κύρια ευθύνη να ορίσει αυτό το ραντεβού; Εμείς νομίζουμε η Αριστερά[6]. Γιατί, παρά την απώλεια σε μεγάλο βαθμό του ηθικού της πλεονεκτήματος, εξακολουθεί να απολαμβάνει ακόμα κάτι από τη δόξα της τραγικότητας του Ίκαρου που «αφ’ υψηλά όμως έπεσε» —για να θυμηθούμε και τον Κάλβο— σε σύγκριση με αυτόν που δεν προσπάθησε ποτέ. Κι ακόμα, γιατί, αν και ηττημένη και ταπεινωμένη, είναι σε καλύτερη κατάσταση από τους απελπισμένους οπαδούς του ΠΑΣΟΚ οι οποίοι βλέπουν σήμερα εμβρόντητοι το διαλυμένο στην ουσία εδώ και χρόνια κόμμα τους να εφαρμόζει ξεδιάντροπα, παρά τις προεκλογικές του εξαγγελίες, μερικά από τα σκληρότερα για τους εργαζόμενους μέτρα που υιοθετήθηκαν ποτέ σε χώρα της δυτικής Ευρώπης.

VII. Να αντιμετωπίσει —επιτέλους!— το παρελθόν της

Φαινομενικά αυτό έχει συμβεί. Στα είκοσι περίπου χρόνια που πέρασαν από την κατάρρευση των σοσιαλιστικών καθεστώτων του 20ου αιώνα, αμέτρητα άρθρα στον αριστερό τύπο, κάμποσα βιβλία και δοκίμια —χωρίς να λογαριάσουμε την πλούσια ξένη βιβλιογραφία— και χιλιάδες επί χιλιάδων ώρες συζητήσεων έχουν αφιερωθεί στα γιατί και τα πώς του «απωλεσθέντα παραδείσου» . Συμβολικό αποκορύφωμα αυτού του ενδιαφέροντος αποτέλεσε το περσινό συνέδριο του ΚΚΕ, όπου η αποτίμηση του σοσιαλισμού όπως αυτός εφαρμόστηκε στη Σοβιετική Ένωση και τις άλλες σοσιαλιστικές χώρες ήταν ξεχωριστό θέμα με ιδιαίτερες εισηγητικές Θέσεις· το ζήτημα απασχόλησε έντονα τα μέλη και τους οπαδούς του και μάλλον κυριάρχησε.

Κι όμως, παρά την πολυετή μελέτη του ιστορικού παρελθόντος η εντύπωση που σχηματίζεται σε πολλούς κι ανάμεσα σ’ αυτούς και σ’ εμάς είναι ότι η Αριστερά αρνείται να περάσει «μέσα από το τζάμι» προτιμώντας τη βολική στάση της απώθησης[7]. Όπου η απώθηση αυτή υλοποιείται είτε με την υποσημείωση ότι «έγιναν και μερικά λάθη, τι να κάνουμε τώρα;», είτε με τον καταλογισμό και την αναγωγή όλων των αμαρτιών στον «Μεγάλο (αποδιοπομπαίο) Τράγο» και το σύστημα που έθεσε σε λειτουργία.

Ελάχιστα πειστικές στάσεις και οι δύο. Τουλάχιστον από τη στιγμή που η μη επανάληψη αυτών των «μερικών λαθών» αφήνεται στην καλή θέληση των ανθρώπων και, απ’ την άλλη, όσο εξακολουθούν να ζουν και να βασιλεύουν εντός των αριστερών «δημοκρατών» (και όχι μόνο βέβαια) διάφοροι «τράγοι», αν και όχι τόσο μεγάλου μεγέθους…

VIIΙ. Να επανεξετάσει τους τρόπους τής πολιτικής της οργάνωσης

Απ’ όσο είμαστε σε θέση να ξέρουμε, δύο είναι τα μοντέλα που η κομματικά ή σε επίπεδο οργάνωσης συγκροτημένη Αριστερά ακολουθεί κατά πλειοψηφία: Το λενινιστικό του κόμματος νέου τύπου (ή ‘τριτοδιεθνιστικό’ κατ’ άλλη διατύπωση) και το, ας το πούμε, ανοιχτό. Στο πρώτο, τα κύρια χαρακτηριστικά είναι η «αυστηρή» αδειοδότηση προκειμένου να ενταχθεί κάποιος ως μέλος, η πειθαρχία μέσω του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού που επιβάλλει την εκτέλεση των εντολών ανεξαρτήτως προσωπικής διαφωνίας και την ενιαία έκφραση «προς τα έξω», καθώς και η πίστη στην ιεραρχία μέχρις αποδείξεως του εναντίου, μέχρι δηλαδή η νέα ιεραρχία να αναδείξει τα λάθη της παλιάς. Στο δεύτερο, έχουμε την ουσιαστική ανυπαρξία προϋποθέσεων ένταξης, την ανοιχτή έκφραση των διαφωνιών και την ύπαρξη τάσεων, καθώς και την εκπλήρωση των όποιων κομματικών υποχρεώσεων σε προαιρετική τελικά βάση και μόνο.

Η προϊούσα εξατομίκευση (δεν μπορεί να εξεταστεί φυσικά εδώ ως ποιο σημείο αυτή οφείλεται στις συνθήκες λειτουργίας του σύγχρονου καπιταλισμού και από ποιο σημείο και μετά πρέπει να τη χαιρετίσουμε ως ένδειξη χειραφέτησης) έχει καταστήσει το τριτοδιεθνιστικό μοντέλο αναντίστοιχο με τις διαθέσεις των ανθρώπων. Η απάντηση όμως από την άλλη δεν μπορεί να είναι το κόμμα-καρικατούρα[8], το κόμμα-λέσχη ανταλλαγής απόψεων οι οποίες μετά από ατέρμονες συζητήσεις καταλήγουν κάποτε σε ψηφοφορία την οποία ουδείς λαμβάνει υπ’ όψη του, αν την έχει χάσει!

Κάπου ανάμεσα βρίσκεται το κλειδί. ‘Ανάμεσα’, με την αριστοτελική έννοια της μεσότητας κι όχι βέβαια με τη λογική του ‘μέσου όρου’. Δεν είμαστε και πολύ αισιόδοξοι ότι επίκειται η εύρεσή του: Οι μεν οπαδοί της πρώτης εκδοχής αρνούνται την ανάγκη επανεξέτασης, οι δε της δεύτερης αρκούνται στην προθυμία για κάτι τέτοιο, χωρίς όμως να βρίσκουν και υποχρεωτικό οι διαρκείς συζητήσεις που προκύπτουν να καταλήξουν κάποια στιγμή σε κάποιο πόρισμα…

IX. Να ξαναανακαλύψει ότι η ελληνική γλώσσα δεν έχει μόνο αφηρημένα ουσιαστικά ή αρνητικά επιρρήματα…

Όσο περνάει ο καιρός και με αποκορύφωμα την οικονομική κρίση γίνεται όλο και πιο φανερό: δεν αρκεί η άρνηση για να συσπειρώσεις τον κρίσιμο αριθμό ανθρώπων που είναι απαραίτητος αν θέλεις να επηρεάσεις τις πολιτικές εξελίξεις.

Ξέρουμε, υπάρχουν πολλοί μέσα στην Αριστερά που βγάζουν ατμούς και μόνο στο άκουσμα της ιδέας των συγκεκριμένων και θετικών προτάσεων ταυτίζοντάς τις με διαχειριστικές λογικές «βελτίωσης του συστήματος». Φυσικά δεν μιλάμε για κάτι τέτοιο[9].

Ούτε πάλι μιλάμε μόνο για προτάσεις που περιορίζονται στη διεκδίκηση του «συγκεκριμένου και μικρού —αλλά μεγαλύτερης συμβολικής σημασίας»[10], χωρίς αυτό να σημαίνει βέβαια ότι τις περιφρονούμε.

Μιλάμε για προτάσεις επεξεργασμένες και εφικτές (αν και όχι εύκολες ή «αναίμακτες») οι οποίες να εστιάζονται κατ’ αρχήν σε στρατηγικές απεμπλοκής της Ελλάδας από τη δίνη της οικονομικής θύελλας που οδηγεί τους εργαζόμενους στον πάτο. Ιδέες ακούγονται. Προτάσεις όμως πολιτικά επικυρωμένες δεν διατυπώνονται. Κι όσο η Αριστερά αρκείται να αναπαράγει το «όχι» που έτσι κι αλλιώς φωνάζουν οι εργαζόμενοι και δεν προχωρά στο «όχι έτσι, αλλά έτσι», στην ουσία αποποιείται τον πολιτικό της ρόλο και αυτοακυρώνεται. Ο κόσμος φυσικά και ικανοποιείται όταν στέκεσαι δίπλα του. Για να σε ακολουθήσει όμως, πρέπει να του δείξεις και κάποιο δρόμο…

X. Να εμπνεύσει πάλι τη νεολαία

Ακόμα και στις πιο «κόκκινες» συγκεντρώσεις, ένα άλλο χρώμα βλέπουμε εμείς να κυριαρχεί: αυτό των γκρίζων μαλλιών! Βιολογικά, η Αριστερά δεν βρίσκεται στο χείλος του τάφου· δεν βρίσκεται ούτε καν στον τάφο ακόμα. Έχει γίνει ήδη η εκταφή των οστών της! Πώς μπορεί να ανακοπεί αυτό;

Χοντρικά και κάπως σχηματικά, δύο προσεγγίσεις ξεχωρίζουν. Η μια έχει ως μέλημά της την πειθάρχηση της νεολαίας εντός των ορίων της κομματικής στράτευσης ή, πιο «πλατιά», τη διαπαιδαγώγησή της σύμφωνα με τις «αρχές και τις αξίες της Αριστεράς» που όμως ο «σκληρός δίσκος» της νεολαίας δεν αναγνωρίζει πια (για ένα μέρος της Αριστεράς φαίνεται ότι ο χρόνος δεν έχει μετακινηθεί από τον Ιούλιο του 1974…). Η άλλη καταφεύγει στην άκριτη υιοθέτηση των εξεγερσιακών και ανατρεπτικών διαθέσεων που είναι σύμφυτες με την ψυχολογία των νέων πιστεύοντας ότι αυτή η συμπαράταξη και η «προστασία» αρκεί για την πολιτική συνειδητοποίησή της.

Νομίζουμε ότι αυτοί οι δρόμοι είναι αδιέξοδοι. Ο πρώτος, καταλήγει συχνά σε πνευματικό ευνουχισμό. Κι ο δεύτερος στην καλλιέργεια ψευδαισθήσεων ότι η αυθόρμητη κινηματική εναντίωση αρκεί για την κατεδάφιση του συστήματος.

Φοβόμαστε ότι το εγχείρημα του προσεταιρισμού νέων —της γενιάς μας, αλλά και μικρότερων— από την Αριστερά παρουσιάζει πολύ μεγαλύτερες δυσκολίες. Και μας φαίνεται ότι το κλειδί αυτή τη φορά βρίσκεται στη συνειδητοποίηση εκ μέρους της πως η εμπειρία της κοινωνικής πραγματικότητας που βιώνουν δεν αρκούν για να μετατραπούν αυτομάτως σε πολιτική και αριστερή ένταξη. Για χρόνια η Αριστερά έριξε το βάρος της στην «πρακτικίστικη» εκδοχή του να κάνει πολιτική. Καιρός να ξαναθυμηθεί ότι χωρίς θεωρία για ρήξεις δεν μπορεί να υπάρξει ρήξη παρά μόνο ως «παιχνίδι»…

Επίλογος

Είναι φανερό πως η όποια αξία έχει το σημερινό σημείωμα περιορίζεται κατ’ ουσία στην απογραφή κάποιων σημαντικών προβλημάτων σύμφωνα με τη δική μας οπτική γωνία. Από αυτή την άποψη, η αξία της είναι μικρή. Αν όμως διευκολύνει έστω και κατ’ ελάχιστο τη συλλογική επεξεργασία ιδεών που θα έβγαζαν την ελληνική Αριστερά από το κοινωνικό περιθώριο, θα είναι για μας μια μικρή (μεγάλη) παρηγοριά.

Να κλείσουμε έτσι όπως αρχίσαμε: με τον φίλο Μανώλη Κ. από τα Πατήσια.

Στο
σχόλιό του μας προειδοποιούσε: «Αν ποτέ επιστρέψετε με προσέγγιση των προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε, ειδικά εμείς οι νέοι εργαζόμενοι, τότε θα επιστρέψω κι εγώ…».

Ελπίζοντας πως διαβάζει αυτές τις γραμμές και χωρίς να παραβλέπουμε τη σημασία της κριτικής του, θέλουμε να του πούμε:

Τα προβλήματα είναι από χρόνια γνωστά. Τώρα χειροτερεύουν και θα χειροτερέψουν ακόμα. Σε ατομικό επίπεδο πάντα υπάρχουν λύσεις, όπως πάντα υπάρχουν κάποιοι που κερδίζουν στο Τζόκερ ή στα λαχεία. Συλλογικές λύσεις όμως μπορούν να υπάρξουν μόνο μέσα από τη συλλογική δράση υπέρ των συμφερόντων των εργαζομένων, πράγμα που, για όσους έχουν χρόνια μπροστά τους, όπως η γενιά μας, αποκτά ακόμα μεγαλύτερη σημασία.

Η χαρά μας στο ενδεχόμενο να συμμετέχει σ’ αυτή τη συλλογική δράση μετριάζει τη λύπη μας για το ενδεχόμενο να μην επιστρέψει ποτέ στο blog μας…



[1] Γάλλος φιλόσοφος (1940) με ένοπλη επαναστατική δράση για πολλά χρόνια στο πλευρό του Τσε Γκεβάρα. Συνελήφθη από τις αρχές της Βολιβίας στα μέσα της δεκαετίας του ’60 και καταδικάστηκε σε τριάντα χρόνια φυλακή. Ελευθερώθηκε μετά από πέντε χρόνια, το Δεκέμβριο του 1970, χάρη στην παρέμβαση, μεταξύ άλλων, των Nτε Γκωλ, Aντρέ Mαλρώ και Ζαν-Πωλ Σαρτρ.

[2] Ως ‘Ανάσταση’ εννοούμε την απόκτηση της υλικής δύναμης στην οποία (δύναμη) μετατρέπεται η υιοθέτηση των ιδεών σου από ένα μεγάλο ή έστω υπολογίσιμο πλήθος ανθρώπων.

[3] Συνοπτικά (αν και χιλιοειπωμένο): Υποχώρηση της πίστης σε συλλογικές λύσεις, απογοήτευση από τη δραματική και πρωτοφανή κατάρρευση του πρώτου σοσιαλιστικού πειράματος, επικράτηση της ιδεολογίας του ατομικιστικού φιλελευθερισμού ως της μόνης βιώσιμης λύσης (τέλος της Ιστορίας).

[4] Αυτό εισπράττεται ως ακόμα πιο παράλογο —τουλάχιστον σε πρώτο χρόνο αντίδρασης, γιατί το φαινόμενο έχει αναλυθεί— από κάποιον που έχει την απαιτούμενη παρατηρητικότητα να προσέξει ότι, π.χ., το ΚΚΕ εδώ και χρόνια δεν περιλαμβάνει στα κεντρικά του συνθήματα την έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή ότι πρόσφατα η Αλέκα Παπαρήγα δήλωσε πως «μακάρι να λυνόταν το πρόβλημα με μια έφοδο, αλλά δεν γίνεται», ενώ, από την άλλη μεριά, μια σειρά οικονομολόγων ή αριστερών στελεχών και διανοουμένων που δεν σχετίζονται με το ΚΚΕ ούτε βρίσκονται υπό την επιρροή του ρίχνουν στο τραπέζι την ιδέα της αποχώρησης από τη ζώνη του ευρώ ή της στάσης πληρωμών…

[5] Ο όρος ‘πολιτισμική αριστερά’ χρησιμοποιείται για να περιγράψει, αν και με όχι απόλυτη ακρίβεια, τα στοιχεία της αριστερής κοσμοθεωρίας που βρίσκονται εκτός του «σκληρού πυρήνα» της, δηλαδή του ιστορικού υλισμού. Τέτοια είναι τα αιτήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ανεξιθρησκείας του κράτους, απροϋπόθετης πολιτογράφησης των μεταναστών, αιτήματα εξίσωσης φύλων, αποδοχής και απόδοσης ίσων δικαιωμάτων στους ανθρώπους με μειοψηφικές σεξουαλικές προτιμήσεις, κ.λπ. Πολλά από αυτά τα αιτήματα τα υιοθετεί και το πολιτικό σκέλος του (οικονομικού) φιλελευθερισμού.

[6] Μέχρι στιγμής δεν νομίζουμε να τα πηγαίνει και πολύ καλά. Πάντως, μετά την αναπάντεχη ευκαιρία που κλώτσησε ο ΣΥΡΙΖΑ το 2008, παρουσιάζεται μια δεύτερη στην τωρινή συγκυρία της οικονομικής κρίσης. Να δούμε. Αλλά, μέχρι στιγμής, αυτό που βλέπουμε από τα δύο μεγαλύτερα κομμάτια της Αριστεράς είναι, το μεν ΚΚΕ να περιμένει το βουνό σαν τον …Μωάμεθ, τον δε ΣΥΝ να έχει προσλάβει στο «Κόκκινο» για μεσημεριανό σχολιαστή τον Παύλο Τσίμα. Έτσι, ζήσε Μάη μου…

[7] Αυτό, για να τα λέμε όλα, δεν ισχύει χωρίς εξαιρέσεις. Οι αναλύσεις του ΝΑΡ λόγου χάρη έχουν αρκετή γενναιότητα και ευθυκρισία. Θα προσθέταμε και τους τροτσκιστές που πρώτοι κι από νωρίς διέγνωσαν πολλά από τα προβλήματα της Σοβιετικής Ένωσης, αν δεν μας εμπόδιζε η συχνά αφόρητη προσωποποίηση των προβλημάτων στη φιγούρα του Στάλιν και η αντισταλινική προσωπολατρία στον Τρότσκι.

[8] Είναι χαρακτηριστικό ότι σε ένα από τα προσχέδια καταστατικού για τον ΣΥΡΙΖΑ που διαμορφώθηκε μέσω Wiki με πρωτοβουλία της «Πάσας» είναι ρητά διατυπωμένο σε άρθρο πως δεν μπορεί να κινηθεί καμία διαδικασία διαγραφής για οποιοδήποτε λόγο! Ακόμα κι ένας σύλλογος χορτοφάγων ή ανδρών υπέρ της πολυγαμίας θα δυσκολευόταν να θεσπίσει κάτι ανάλογο…

[9] Εδώ δεν αντιστεκόμαστε στον πειρασμό να σημειώσουμε ότι χρειάζεται μεγάλη προσοχή πριν απορρίψει κάποιος μια πρόταση επειδή «βελτιώνει το σύστημα». Για παράδειγμα, θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος ότι η διεκδίκηση κατώτερου μισθού 1.400 ευρώ που έχει ως αίτημα το ΚΚΕ, θα κατέληγε να βελτιώσει το σύστημα μέσω της αναστήλωσης των επιχειρηματικών κερδών λόγω της αυξημένης κατανάλωσης.

[10] Μια και είναι πρόσφατο: Η επαναπρόσληψη του Ντίνου Παλαιστίδη από τον εκδοτικό οίκο «Άγρα» ήταν ένα από «αυτά τα συγκεκριμένα και μικρά —αλλά μεγαλύτερης συμβολικής σημασίας». Το γεγονός είχε την αξία του. Δεν έλυσε όμως το πρόβλημα των απολύσεων ή της αυταρχικότητας των εργοδοτών.


Η εικόνα από το duramecho.com

Πέμπτη 1 Απριλίου 2010

Καλή Ανάσταση!


Αυτή την ευχή τη δίνουμε σε όλους. Και τη δίνουμε όπως εκείνοι θέλουν να την ακούσουν, όχι όπως εμείς θα θέλαμε να την πούμε. Έτσι λοιπόν,…

Οι χριστιανοί, ας το πάρουν κυριολεκτικά: Έτσι τους το λέμε!

Οι αλλόπιστοι ας το πάρουν με καλή πίστη: Έτσι τους το λέμε!

Οι άθρησκοι, ας το πάρουν όπως το νιώθουν: Έτσι τους το λέμε!

Οι αγνωστικιστές, ας το πάρουν μόνο κατά το ήμισυ: Έτσι τους το λέμε!

Οι άθεοι, ας το πάρουν για πρωταπριλιάτικο ψέμα: Έτσι τους το λέμε!

Και οι αριστεροί;

Οι αριστεροί, ας το πάρουν συμβολικά: Έτσι το λέμε και σ’ αυτούς!



Στη φωτογραφία: λεπτομέρεια από επιτάφιο γλυπτό στο περίφημο Κοιμητήριο Staglieno της Γένοβας στην Ιταλία. Από το lifo.gr/blogs/greendim και τον φίλο αναγνώστη και σχολιαστή ernesto.